ΚΟΡΩΝΗ : Η πολιτεία
της Κορώνης στη νοτιοδυτική άκρη της Πελοποννήσου διατηρεί όλη της τη
γραφικότητα, που οφείλεται όχι μόνον στη γεωγραφική της θέση αλλά και στην
αρχιτεκτονική της σύνθεση. Τα διώροφα σπίτια με τα
περίτεχνα μπαλκόνια και τις
στολισμένες προσόψεις, μιλάνε για μια αρχοντιά,
αλλά και για την ακμή της
πολιτείας σε παλιότερες εποχές. Η Κορώνη μαζί με τη Μεθώνη είναι δυο πολιτείες
που γνώρισαν μεγάλη ακμή από τον 13ο μέχρι τον 17ο αιώνα και απετέλεσαν λιμάνια
κλειδιά για το εμπόριο από και προς την Ανατολή, τα "μάτια της
Βενετίας" στη νοτιοανατολική Μεσόγειο. Η
οικονομική τους ακμή και η
κοινωνική τους διάρθρωση συνεχίστηκαν και στον
19ο αιώνα, οπότε αποτελούσαν
κέντρα εμπορίου και βιοτεχνίας, Σήμερα εκτός από την παραδοσιακή αρχιτεκτονική,
που αντανακλά την ιστορική μνήμη, και στις δύο πολιτείες στέκονται ερειπωμένα
δύο κάστρα. Από αυτά της Κορώνης, στη νοτιοανατολική άκρη του Μεσσηνιακού
κόλπου, είναι το λιγότερο καλά διατηρημένο.
Σύμφωνα με μια αρχαία λαϊκή παράδοση η Κορώνη πήρε το όνομά της από ένα χάλκινο νόμισμα (Κουρούνα) που βρέθηκε όταν έσκαβαν τα θεμέλια για τα τείχη. Αναφέρεται ακόμη πως το αρχικό της όνομα ήταν Κορώνεια, που της έδωσε ο οικιστής Επιμηλίδης, ο οποίος καταγόταν από τη βοιωτική Κορώνεια. Οι ντόπιοι, επειδή δεν μπορούσαν να συνηθίσουν την ονομασία την παρέφθειραν σε Κορώνη. Εδώ τοποθετείται η μεσσηνιακή αρχαία Ασίνη, στην οποία εγκαταστάθηκαν οι κάτοικοι από την Αργολίδα, όταν τους έδιωξαν οι Αργείοι σαν συμμάχους των Λακεδαιμονίων. Ταυτίστηκε επίσης με την ομηρική Αίπεια, μία από τις επτά πόλεις που ο Αγαμέμνονας
υποσχέθηκε στον Αχιλλέα κατά τη διάρκεια
του Τρωϊκού πολέμου για να τον πείσει να επιστρέψει στη μάχη. Αρχαίες
επιγραφές, νομίσματα, όστρακα, αγγεία, ένα ψηφιδωτό δάπεδο του 4ου αι. π.χ, και
αρχιτεκτονικό υλικό μαρτυρούν την κατοίκηση της περιοχής στην αρχαιότητα.
Η γεωγραφική της θέση εκτιμάτο πάντοτε για το διαμετακομιστικό εμπόριο. Το επιβλητικό σχήμα της χερσονήσου με το μεγάλο ύψος και την πλατειά επιφάνεια προσφερόταν για οχύρωση και παρείχε ασφάλεια, μεγαλύτερη από ότι οι άλλες παραλιακές μεσσηνιακές οχυρές πόλεις. ΚΑΣΤΡΟ: Στο ψηλότερο σημείο της χερσονήσου φαίνεται πως βρισκόταν η οχυρωμένη αρχαία ακρόπολη, την οποία οι κάτοικοι κατά καιρούς
επισκεύαζαν, όπως
δείχνει το οικοδομικό υλικό που ξαναχρησιμοποιείτο. Εξαιτίας της θέσης της
έγινε νωρίς στόχος των διαφόρων πειρατών και επιδρομέων. Όταν οι Φράγκοι
ανέλαβαν την κατάκτηση του Μοριά, έφθασαν στην Κορώνη και προσπάθησαν να
καταλάβουν την οχυρωμένη ακρόπολη της τρομακρατώντας τους λίγους κατοίκους, που
την υπεράσπιζαν, όπως αναφέρει το Χρονικό του Μορέως. Με την κατάληψη της
άρχισαν και μια σειρά περιπέτειες για τους κατοίκους με επίκεντρο το κάστρο,
στις οχυρώσεις του οποίου αντανακλάται όλη η ιστορία του.
Το κάστρο, που δόθηκε σαν τιμάριο στην οικογένεια του Βιλλεαρδουίνου δεν έμεινε για πολύ στα χέρια των Φράγκων. Τον επόμενο χρόνο (1206) οι Βενετοί, που αναζητούσαν νέους ναυτικούς σταθμούς για την εξυπηρέτηση του εμπορίου, πέτυχαν να γίνουν κύριοι της Κορώνης, «που έγινε σταθμός εφοδιασμού απ´ όπου τα πλοία που περνούσαν, έπαιρναν ενός μηνός εφόδια -έθιμο που διατηρήθηκε όταν η πόλη έγινε κανονική βενετσιάνικη αποικία». Ο Βιλλεαρδουίνος υποχρεώθηκε λίγο αργότερα να υπογράψει ειρήνη με τη Βενετία, τις ναυτικές δυνάμεις της οποίας γρήγορα κατάλαβε πως θα είχε ανάγκη και το 1209 επικυρώθηκε η κυριαρχία της στην Κορώνη, όπως επίσης και στη Μεθώνη και σε όλες τι παραλιακές θέσεις της Μεσσηνίας, νότια του κόλπου του Ναβαρίνου. Έτσι, όπως έγραψε ο Κ. Andrews, "κάτω από τη διακυβέρνηση της Βενετίας η Μεθώνη και η Κορώνη είχαν κοινή ιστορία ή μάλλον απουσία ιστορίας, αφού το ενδιαφέρον της
Βενετίας ήταν να κρατάει όσο γινόταν μακρύτερα την ιστορία από τις κτήσεις
της". Το 1265 η εξουσία της Βενετίας επικυρώθηκε από τον αυτοκράτορα
Μιχαήλ Η´ Παλαιολόγο, γεγονός που τις έδωσε τη δυνατότητα μέσω των εκπροσώπων
της να επιδίδεται στις απαραίτητες δολοπλοκίες κατά τις διάφορες συγκρούσεις
μεταξύ των Ελλήνων και των διεκδικητών του Πρι γκηπάτου της Αχαΐας.
Οι Βενετοί, εκτός από την ισχυρή οχύρωση, που κατασκεύασαν στο κάστρο της Κορώνης, οργάνωσαν τη ζωή και τη διοίκηση της πόλης, πάντοτε σύμφωνα με το συμφέρον της Βενετίας. Η πόλη απέκτησε μεγάλη ακμή και έγινε ονομαστή για τη βιοτεχνία της και το εξαγωγικό της εμπόριο. Η αίγλη της σημειώνεται στα οδοιπορικά των διαφόρων ευρωπαίων προσκυνητών, οι οποίοι υποχρεωτικά στάθμευαν στην περιοχή είτε για ανεφοδιασμό είτε για να επισκευάσουν τα πλοίατους. Σύμφωνα με τις αφηγήσεις τους μέσα στο κάστρο φαίνεται πως κατοικούσαν όχι μόνον οι Βενετοί αλλά και οι Έλληνες, έμποροι και βιοτέχνες. Με βάση την κοινωνική διαστρωμάτωση διαμορφώθηκε και η οικιστική ανάπτυξη της περιοχής, που μέχρι σήμερα προκαλεί το ενδιαφέρον.
Τον Αύγουστο του 1500 ο Βαγιαζήτ Β´ κατέλαβε το κάστρο της Μεθώνης, μετά από μια απελπισμένη αντίσταση των κατοίκων. Οι κάτοικοι της
Κορώνης, τρομοκρατημένοι από τη σφαγή και τη λεηλασία της Μεθώνης
και αφού έλαβαν υποσχέσεις για ευνοϊκή μεταχείριση, παραδόθηκαν στους Τούρκους.
Πολλοί βρήκαν καταφύγιο στη Ζάκυνθο και στην Κεφαλλονιά. Ο Βαγιαζήτ
ευχαριστημένος για τη νίκη του προσευχήθηκε στην καθολική εκκλησία που υπήρχε
στο κάστρο, η οποία στη συνέχεια μετατράπηκε σε τζαμί. Το 1532 η Κορώνη
καταλήφθηκε από τον συμμαχικό στόλο του αυτοκράτορα Καρόλου 5ου, του Πάπα και
των Ιπποτών της Μάλτας με επικεφαλής τον Γενουάτη ναύαρχο Andrea Dοria και με
τη βοήθεια των ντόπιων κατοίκων, που ήλπιζαν στην απελευθέρωσή τους. Στα 1534
οι συμμαχικές δυνάμεις εγκατέλειψαν την Κορώνη και πήραν μαζί τους
περισσότερους από 2000 κατοίκους για να τους εγκαταστήσουν μετά από φοβερές
περιπέτειες στην Κάτω Ιταλία. Το 1685 ο Μοροζίνι ανακατέλαβε την Κορώνη και
ανέπεμψε ευχαριστήρια δέηση στην παλιά καθολική μητρόπολη. Στη Βενετία η είδηση
προκάλεσε μεγάλους πανηγυρισμούς. Σ´αυτή τη
σύντομη περίοδο της δεύτερης
Βενετοκρατίας έγιναν προσπάθειες να ζωντανέψει ξανά η πόλη, χωρίς όμως
σημαντικά αποτελέσματα. Το 1715 η Κορώνη καταλήφθηκε ξανά από τους Toύρκoυς.
Και έτσι έληξε ο άγριος ανταγωνισμός ανάμεσα στον Σουλτάνο και τη Βενετία για
την κυριαρχία των δύο σημαντικών κάστρων της Μεθώνης και της Κορώνης, που οι
ντόπιοι τα ονόμαζαν με κοινό όνομα "Μοδονοκόρωνα". Στο κάστρο της
Κορώνης εγκαταστάθηκαν οι τουρκικές οικογένειες, ενώ οι Έλληνες κατοικούσαν έξω
απ´ τα τείχη. Η οικονομική και κοινωνική παρακμή που είχε αρχίσει την περίοδο
της πρώτης Τουρκοκρατίας ολοκληρώθηκε κατά τη δεύτερη. Το 1770 η πολιτεία
γνώρισε μια ακόμη καταστροφή. Όταν το 1776 ο Γάλλος περιηγητής Ch. Gouffier
πέρασε από την περιοχή βρήκε μια τρομοκρατημένη πολιτεία, που προσπαθούσε να
συνέλθει μετά το βαμβαρδισμό των Ορλώφ. Και ένας άλλος περιηγητής, ο Castellan,
όταν αντίκρυσε το λιμάνι της Κορώνης ξαφνιάστηκε από την εικόνατης καταστροφής.
"έχει σβήσει κάθε δραστηριότητα. Από το κάστρο της Κορώνης
οι Τούρκοι
σκορπίζουν τον τρόμο στον Μοριά". Ο ίδιος περιγράφει και μια σκηνή
βασανισμού ενός Έλληνα στο κτίριο του μώλoυ της Κορώνης από τους Τούρκους,
επειδή τάχα είχεανακαλύψει κάποιο θησαυρό.
Πανοραμική φωτο από το λιμάνι της Κορώνης |
Όπως φαίνεται από την είσοδο |
Σύμφωνα με μια αρχαία λαϊκή παράδοση η Κορώνη πήρε το όνομά της από ένα χάλκινο νόμισμα (Κουρούνα) που βρέθηκε όταν έσκαβαν τα θεμέλια για τα τείχη. Αναφέρεται ακόμη πως το αρχικό της όνομα ήταν Κορώνεια, που της έδωσε ο οικιστής Επιμηλίδης, ο οποίος καταγόταν από τη βοιωτική Κορώνεια. Οι ντόπιοι, επειδή δεν μπορούσαν να συνηθίσουν την ονομασία την παρέφθειραν σε Κορώνη. Εδώ τοποθετείται η μεσσηνιακή αρχαία Ασίνη, στην οποία εγκαταστάθηκαν οι κάτοικοι από την Αργολίδα, όταν τους έδιωξαν οι Αργείοι σαν συμμάχους των Λακεδαιμονίων. Ταυτίστηκε επίσης με την ομηρική Αίπεια, μία από τις επτά πόλεις που ο Αγαμέμνονας
Το καμάρι της, το κάστρο |
Η γεωγραφική της θέση εκτιμάτο πάντοτε για το διαμετακομιστικό εμπόριο. Το επιβλητικό σχήμα της χερσονήσου με το μεγάλο ύψος και την πλατειά επιφάνεια προσφερόταν για οχύρωση και παρείχε ασφάλεια, μεγαλύτερη από ότι οι άλλες παραλιακές μεσσηνιακές οχυρές πόλεις. ΚΑΣΤΡΟ: Στο ψηλότερο σημείο της χερσονήσου φαίνεται πως βρισκόταν η οχυρωμένη αρχαία ακρόπολη, την οποία οι κάτοικοι κατά καιρούς
Στενό γραφικό δρομάκι |
Το κάστρο, που δόθηκε σαν τιμάριο στην οικογένεια του Βιλλεαρδουίνου δεν έμεινε για πολύ στα χέρια των Φράγκων. Τον επόμενο χρόνο (1206) οι Βενετοί, που αναζητούσαν νέους ναυτικούς σταθμούς για την εξυπηρέτηση του εμπορίου, πέτυχαν να γίνουν κύριοι της Κορώνης, «που έγινε σταθμός εφοδιασμού απ´ όπου τα πλοία που περνούσαν, έπαιρναν ενός μηνός εφόδια -έθιμο που διατηρήθηκε όταν η πόλη έγινε κανονική βενετσιάνικη αποικία». Ο Βιλλεαρδουίνος υποχρεώθηκε λίγο αργότερα να υπογράψει ειρήνη με τη Βενετία, τις ναυτικές δυνάμεις της οποίας γρήγορα κατάλαβε πως θα είχε ανάγκη και το 1209 επικυρώθηκε η κυριαρχία της στην Κορώνη, όπως επίσης και στη Μεθώνη και σε όλες τι παραλιακές θέσεις της Μεσσηνίας, νότια του κόλπου του Ναβαρίνου. Έτσι, όπως έγραψε ο Κ. Andrews, "κάτω από τη διακυβέρνηση της Βενετίας η Μεθώνη και η Κορώνη είχαν κοινή ιστορία ή μάλλον απουσία ιστορίας, αφού το ενδιαφέρον της
Το κάστρο της Κορώνης |
Οι Βενετοί, εκτός από την ισχυρή οχύρωση, που κατασκεύασαν στο κάστρο της Κορώνης, οργάνωσαν τη ζωή και τη διοίκηση της πόλης, πάντοτε σύμφωνα με το συμφέρον της Βενετίας. Η πόλη απέκτησε μεγάλη ακμή και έγινε ονομαστή για τη βιοτεχνία της και το εξαγωγικό της εμπόριο. Η αίγλη της σημειώνεται στα οδοιπορικά των διαφόρων ευρωπαίων προσκυνητών, οι οποίοι υποχρεωτικά στάθμευαν στην περιοχή είτε για ανεφοδιασμό είτε για να επισκευάσουν τα πλοίατους. Σύμφωνα με τις αφηγήσεις τους μέσα στο κάστρο φαίνεται πως κατοικούσαν όχι μόνον οι Βενετοί αλλά και οι Έλληνες, έμποροι και βιοτέχνες. Με βάση την κοινωνική διαστρωμάτωση διαμορφώθηκε και η οικιστική ανάπτυξη της περιοχής, που μέχρι σήμερα προκαλεί το ενδιαφέρον.
Τον Αύγουστο του 1500 ο Βαγιαζήτ Β´ κατέλαβε το κάστρο της Μεθώνης, μετά από μια απελπισμένη αντίσταση των κατοίκων. Οι κάτοικοι της
Πανοραμική, από την είσοδο της Κορώνης |
Ηλιοβασίλεμα στην Κορώνη |
Ιστιοφόρο στην Κορώνη |
Το 1828, μετά από πολλές περιπέτειες,
το γαλλικό εκστρατευτικό σώμα με επικεφαλής τον γάλλο στρατηγό Μαιζόν
απελευθέρωσε την Κορώνη, που άρχισε να γνωρίζει μια νέα οικονομική ακμή, κυρίως
χάρη στην ανάπτυξη της κεραμοπλαστικής. Στα τέλη του 19ου αιώνα το
μεταναστευτικό ρεύμα έπληξε την περιοχή. Η πόλη και το κάστρο ερημώθηκαν σιγά
σιγά. Οι κάτοικοι που απέμειναν, συνέχισαν να κατοικούν έξω από το κάστρο, στο
ύψωμα πάνω από το λιμάνι και κατά μήκος της παραλίας. Σήμερα η πόλη με την
έντονη γραφικότητα έχει 1409 κατοίκους (απογραφή 2011), ενώ στο σύνολο της Δημοτικής Ενότητας Κορώνης η απογραφή του 2011 έδειξε ότι ο πληθυσμός φτάνει τις 4.366 κατοίκους.
Τα ερείπια του κάστρου της, που στάθηκε σιωπηλός μάρτυρας των δεινών που έπληξαν την Πελοπόννησο την περίοδο της Βενετοκρατίας και της
Τουρκοκρατίας, στέκονται στην άκρη του λιμανιού έρημα και ρημαγμένα.
Στο κάστρο ανεβαίνει κανείς εύκολα ακολουθώντας τον δρόμο που περνάει μέσα από
τα στενά καλντερίμια του οικισμού. Η κύρια είσοδός του βρίσκεται στη βόρεια
πλευρά. Είναι διαμορφωμένη σε μια μεγάλη τετράγωνη κατασκευή, που στην κορυφή
απολήγει σε οξυκόρυφο τόξο στο κατώτερο τμήμά της. Στο ανώτερο, όπου υπήρχε
δωμάτιο για τη φρουρά της πύλης, σχηματίζει καμπύλο τόξο. Την εποχή της ακμής
του κάστρου υπήρχε πριν από την είσοδο πρόπυλο, που διατηρήθηκε μέχρι την
Ελληνική Επανάσταση, με παραστάδες, δεξιά και αριστερά, και πάνω από την είσοδο
ανάγλυφο με το Λιοντάρι του Αγίου Μάρκου. Αμέσως μετά ανοιγόταν μια εσωτερική
αυλή, που οδηγούσε στην κεντρική είσοδο με τον επιβλητικό πύργο, που σώζεται
μέχρι σήμερα. Ο χώρος της αυλής καταλήφθηκε από μικρά σπίτια του οικισμού.
Στην κατασκευή του τείχους χρησιμοποιήθηκαν καλοδουλεμένες πέτρες αλλά
και αρχαίο οικοδομικό υλικό, που σήμερα καλύτερα
διακρίνεται στον μεγάλο πύργο καθώς και στον τοίχο δίπλα στο μοναστήρι του
Τιμίου Προδρόμου. Το αρχαιότερο τμήμα του κάστρου είναι ο μεγάλος τοίχος, που
σώζεται στη βορειοανατολική πλευρά και χρησίμευε για να χωρίζει τα δύο
πλατώματα στα οποία αναπτύχθηκε το φρούριο. Το αρχικό βυζαντινό φρούριο
καταλάμβανε το ψηλότερο σημείο, εκεί που σήμερα βρίσκεται το γυναικείο μοναστήρι.
Στα ανατολικά του απλώνεται μια μεγάλη χαμηλότερη έκταση η οποία οχυρώθηκε όταν
οι Βενετοί κατέλαβαν την Κορώνη το 1209. Δημιουργήθηκε τότε μια δεύτερη
εξωτερική αυλή, τετραπλάσια σε έκταση από την προηγούμενη που περιβαλλόταν με
πύργους και πολεμίστρες. Οι πύργοι, τα τείχη και οι πολεμίστρες του παλιού
φρουρίου ενισχύθηκαν. Ολόκληρος ο χώρος στο εσωτερικό καταλήφθηκε από τις
εμπορικές εγκαταστάσεις και τις κατοικίες, που πρέπει στην πλειοψηφία τους να
ήταν ξύλινες ή από φθαρτά υλικά, που καταστράφηκαν κατά τις μετέπειτα
πολιορκίες. Στην ανατολική άκρη οι
Τούρκοι προσέθεσαν τον 16ο αιώνα τις
απαραίτητες οχυρώσεις για τα πυροβολαρχεία. Μια θολωτή είσοδος οδηγεί στο
εσωτερικό του δεύτερου οχυρωματικού περιβόλου. Κατά μήκος της πλευράς προς το
λιμάνι και τον Μεσσηνιακό κόλπο το τείχος υψώνεται κάθετα και μόνον στη
βορειοανατολική άκρη κάμπτεται και σχηματίζει δυο στρογγυλούς μεγάλους πύργους
πάνω στην απόκρημνη ακτή. Το τμήμα αυτό σύμφωνα μετον Κ. Andrews αποτελεί το
καλύτερο παράδειγμα πλαστικότητας της βενετσιάνικης φρουριακής αρχιτεκτονικής
στην Ελλάδα. Σήμερα, βέβαια, μεγάλο τμήμα δεν σώζεται γιατί εδώ συγκεντρώθηκε η
προσπάθεια των κατοίκων για την απόσπαση χώματος, κατάλληλου για την κεραμοποία
της περιοχής, με αποτέλεσμα μεγάλο τμήμα να καταπέσει ενώ η θάλασσα και ο αέρας
συμπλήρωσαν το έργο της ανθρώπινης καταστροφής. Στην ανατολική
πλευρά το τείχος
ενισχυόταν από μια δεύτερη αμυντική γραμμή, που ανατινάχτηκε από τον Μοροζίνι
το 1685 και έτσι επιτεύχθηκε η παράδοση του κάστρου. Δυο μεγάλοι στρογγυλοί πύργοι
υπήρχαν στις δύο άκρες, από τους οποίους, ο βορειότερος ανατινάχτηκε το 1944
από τους Γερμανούς, που τον χρησιμοποιούσαν σαν αποθήκη πυρομαχικών. Στην
πλευρά αυτή του φρουρίου συγκεντρώθηκε επίσης η προσοχή των Τούρκων, όταν το
κατέλαβαν και έκαναν επισκευαστικές εργασίες και προσθήκες. Στο ψηλότερο σημείο
μέσα στο τείχος βρίσκεται το παλαιοημερολογίτικο μοναστήρι του Τιμίου
Προδρόμου. Στη δυτικότερη άκρη
διατηρείται το "νέο οχυρό" που αρχικά
έχτισαν οι Βενετοί το 1463 και το οποίο καταστράφηκε και ξαναχτίστηκε μετά το
1685. Στον εσωτερικό περίβολο διατηρείται επίσης ένας μεγάλος Οκταγωνικός
πύργος που χτίστηκε από τους Τούρκους. Σε χαλκογραφίες του 17ου και18ου αιώνα
το κάστρο έχει απεικονιστεί με όλη τη μεγαλοπρέπειά του.
Ανάμεσα στα ερείπια βρίσκεται και η βυζαντινή εκκλησία της Αγίας Σοφίας κτισμένη τον 12ο αιώνα.
Η πολυτάραχη ιστορία του κάστρου της Κορώνης αντανακλάται στους πολλούς θρύλους και παραδόσεις που συνδέθηκαν μαζί του και αντικατοπτρίζουν πολλές φορές αληθινά γεγονότα. Η παλιά βενετσιάνικη εκκλησία του Σαν Ρόκο, σήμερα Άγιος Χαράλαμπος, συνδέθηκε με τη σωτηρία της πολιτείας κατά το λοιμό του 1689. Η εκκλησία της Ελεήστρας,
στην άκρη του γκρεμνού,
χτίστηκε μετά από θαύμα, όταν ο βράχος άνοιξε από σεισμό και βρέθηκε ένα μικρό
άγαλμα της Παναγίας.
Το κάστρο της Κορώνης έχει να διηγηθεί το δικό του ρομαντικό θρύλο για την όμορφη βασιλοπούλα του, που για να μην πέσει στα χέρια των Τούρκων που με δόλο παραβίασαν την πύλη -έντυσαν κάποιον καλόγερο- έπεσε, καβάλα στο άλογό της, από τα τείχη στη θάλασσα. Σύμφωνα με τον θρύλο ο ανατολικός προμαχώνας από όπου γκρεμίστηκε έμεινε στοιχειωμένος. Γι´ αυτό και κάθε χρόνο την ημέρα της Αναλήψεως, επέτειο του θανάτου της, λίγο πριν ξημερώσει, οι ψαράδες άκουγαν φωνές και ουρλιαχτό στη ρίζα του κάστρου, Οι περισσότερο αλαφροΐσκιωτοι, νόμιζαν πως έβλεπαν και μια αρμάδα να αργοπλέει κοντά στα τείχη με ένα ρηγόπουλο στην πλώρη, τον
βενετσιάνο άρχοντα που
επρόκειτο να την παντρευτεί αλλά καθυστέρησε να φθάσει. Κι άλλοι τέλος έβλεπαν
να σχηματίζεται, ανάμεσα στις πρώτες αχτίνες του ήλιου, ένας φωτεινός κύκλος κι
από μέσα να προβάλλει μια "πεντάμορφη νεράιδα" και να προχωράει προς
τα πλοία. Η ηρωϊκή αντίσταση των κατοίκων εναντίον των Τούρκων το 1823
συνδέθηκε με την απελπισμένη προσπάθεια ενός πρωτοπαλλίκαρου της περιοχής που
κατόρθωσε να σώσει τη φυλακισμένη μέσα στο κάστρο από τους Τούρκους αδελφή του.
Σήμερα μέσα στο κάστρο δεν κατοικούν παρά ένα δυο οικογένειες σε σπίτια που έχουν ξανακτισθεί ή συντηρηθεί. Στα φοβερά τείχη του φυτρώνουν αγριόχορτα και φραγκοσυκιές, Στα πόδια του απλώνεται η μικρή πολιτεία με τα μονώροφα και διώροφα σπίτια της, εξαίρετα δείγματα της λαϊκής αρχιτεκτονικής. Τα πορτοπαράθυρα και οι τοίχοι τους είναι βαμμένα με έντονα χρώματα που έρχονται σε αντίθεση με την εικόνα του κάστρου, ιδιαίτερα τις ώρες του μεσημεριού που το φως του ήλιου γίνεται εκτυφλωτικό.
Ψηλά από το πλάτωμα του κάστρου μπορεί να χαρεί κανείς την ομορφιά του Μεσσηνιακού κόλπου με τις κορφές των βουνών του Ταϋγέτου να αχνοφαίνονται στο βάθος. Αντικρίζοντας το από τη θάλασσα, έχει κανείς την εντύπωση πως μοιάζει με παλιά φρεγάτα που αργοπλέει στα νερά.
Πηγή: Κάστρα της Πελοποννήσου
Τα ερείπια του κάστρου της, που στάθηκε σιωπηλός μάρτυρας των δεινών που έπληξαν την Πελοπόννησο την περίοδο της Βενετοκρατίας και της
Μοναστήρι Πάνω σε αρχαίο ναό στο Κάστρο |
Στην κατασκευή του τείχους χρησιμοποιήθηκαν καλοδουλεμένες πέτρες αλλά
Ηλιοβασίλεμα από το κάστρο |
Και άλλο εκκλησάκι του κάστρου |
Η Παραλία Ζάγκα |
Το γραφικότατο λιμάνι τη νύχτα |
Ανάμεσα στα ερείπια βρίσκεται και η βυζαντινή εκκλησία της Αγίας Σοφίας κτισμένη τον 12ο αιώνα.
Η πολυτάραχη ιστορία του κάστρου της Κορώνης αντανακλάται στους πολλούς θρύλους και παραδόσεις που συνδέθηκαν μαζί του και αντικατοπτρίζουν πολλές φορές αληθινά γεγονότα. Η παλιά βενετσιάνικη εκκλησία του Σαν Ρόκο, σήμερα Άγιος Χαράλαμπος, συνδέθηκε με τη σωτηρία της πολιτείας κατά το λοιμό του 1689. Η εκκλησία της Ελεήστρας,
Ιστιοπλοϊκά σκάφη ανοιχτά της Κορώνης |
Το κάστρο της Κορώνης έχει να διηγηθεί το δικό του ρομαντικό θρύλο για την όμορφη βασιλοπούλα του, που για να μην πέσει στα χέρια των Τούρκων που με δόλο παραβίασαν την πύλη -έντυσαν κάποιον καλόγερο- έπεσε, καβάλα στο άλογό της, από τα τείχη στη θάλασσα. Σύμφωνα με τον θρύλο ο ανατολικός προμαχώνας από όπου γκρεμίστηκε έμεινε στοιχειωμένος. Γι´ αυτό και κάθε χρόνο την ημέρα της Αναλήψεως, επέτειο του θανάτου της, λίγο πριν ξημερώσει, οι ψαράδες άκουγαν φωνές και ουρλιαχτό στη ρίζα του κάστρου, Οι περισσότερο αλαφροΐσκιωτοι, νόμιζαν πως έβλεπαν και μια αρμάδα να αργοπλέει κοντά στα τείχη με ένα ρηγόπουλο στην πλώρη, τον
Πολλά ιστιοπλοϊκά |
Σήμερα μέσα στο κάστρο δεν κατοικούν παρά ένα δυο οικογένειες σε σπίτια που έχουν ξανακτισθεί ή συντηρηθεί. Στα φοβερά τείχη του φυτρώνουν αγριόχορτα και φραγκοσυκιές, Στα πόδια του απλώνεται η μικρή πολιτεία με τα μονώροφα και διώροφα σπίτια της, εξαίρετα δείγματα της λαϊκής αρχιτεκτονικής. Τα πορτοπαράθυρα και οι τοίχοι τους είναι βαμμένα με έντονα χρώματα που έρχονται σε αντίθεση με την εικόνα του κάστρου, ιδιαίτερα τις ώρες του μεσημεριού που το φως του ήλιου γίνεται εκτυφλωτικό.
Ψηλά από το πλάτωμα του κάστρου μπορεί να χαρεί κανείς την ομορφιά του Μεσσηνιακού κόλπου με τις κορφές των βουνών του Ταϋγέτου να αχνοφαίνονται στο βάθος. Αντικρίζοντας το από τη θάλασσα, έχει κανείς την εντύπωση πως μοιάζει με παλιά φρεγάτα που αργοπλέει στα νερά.
Πηγή: Κάστρα της Πελοποννήσου
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου