Σάββατο 24 Μαρτίου 2012

ΜΕΣΣΗΝΙΑΚΑ & ΜΑΝΙΑΤΙΚΑ ΗΘΗ ΚΑΙ ΕΘΙΜΑ

ΕΙΣΑΓΩΓΗ
Μέσα στα πλαίσια της Μεσσηνιακής Λαογραφίας και παράδοσης, λογικό είναι να εντάσσονται και τα ήθη και έθιμα που χαρακτηρίζουν το Μεσσηνιακό λαό.
Ηλιοβασίλεμα μέσα από τη νησίδα Τσιχλίμπαμπα
Η Μεσσηνία έχει τα δικά της ήθη και έθιμα τα οποία όμως αλλάζουν από περιοχή σε περιοχή. Για παράδειγμα η Μάνη έχει τελείως διαφορετικά ήθη και έθιμα από την υπόλοιπη Μεσσηνία, διαφορετικά έχει και η Τριφυλία. Όλα μαζί όμως δίνουν μια άλλη διάσταση στη συνολική Μεσσηνιακή Λαογραφία την οποία αφού ψάξαμε σε διάφορες πηγές, έχετε τη δυνατότητα να γνωρίσετε στο σημερινό μας δημοσίευμα.
Επειδή όμως το σημερινό μας θέμα είναι ατέλειωτο, ενδεχομένως να το δημοσιεύσουμε σε 2 ή και 3 δημοσιεύσεις. 
Ελάτε λοιπόν να σας ξεναγήσουμε στις παραδόσεις των Μεσσηνίων και να σας γυρίσουμε πολλά χρόνια πίσω. 

Πρωτοχρονιάτικα έθιμαΗ Μεσσηνία, ως νομός της Πελοποννήσου μοιράζεται πολλές από τις παραδόσεις της με το σύνολο του γεωγραφικού διαμερίσματος στο οποίο ανήκει. Όμως, υπάρχουν κάποια πολύ συγκεκριμένα ήθη και έθιμα τα οποία απαντώνται μόνο στον τόπο μας. Ειδικά αυτές τις γιορτινές μέρες βλέπουμε ακόμα και στα δικά μας χρόνια να συνεχίζονται συνήθειες αιώνων, που φτάνουν ως εμάς από τα αρχαία χρόνια, την πρωτοχριστιανική περίοδο, τη βυζαντινή εποχή, τον τουρκικό ζυγό και κάθε άλλη περίοδο που έχει διαβεί πάνω από τούτο το μέρος μαζί με τον καιρό και τους χρόνους.
Λιμνοθάλασσα Γιάλοβας
  Η αλλαγή της χρονιάς είναι πολύ σημαντική στιγμή για όλους τους Έλληνες και όχι μόνο. Συνδέεται άμεσα με την τύχη, την ελπίδα, το φόβο, την αγάπη και την κοινωνικότητα. Οι πρόγονοι μας λοιπόν, θέλοντας να εξασφαλίσουν κατά το δυνατόν την καλή έκβαση των πραγμάτων σε όλους αυτούς τους τομείς χρησιμοποιούσαν διάφορα μέσα, άλλα δεισιδαιμονικά και προληπτικά, αλλά συντροφικά και ανιδιοτελή, όλα τους όμως καθιερωμένα.
Το βράδυ, την ώρα της αλλαγής του χρόνου, η οικογένεια μαζεμένη γύρω από ένα τραπέζι έχει φάει το παραδοσιακό φαγητό της ημέρας, το οποίο είναι κόκορας μακαρονάδα. Οι παλιές νοικοκυρές έφτιαχναν τα μακαρόνια την ίδια μέρα και τα έβραζαν σε άφθονο νερό με λάδι, τα πασπάλιζαν με μυτζήθρα και κανέλλα και τα "έκαιγαν" με λάδι αρωματισμένο με μια φλούδα λεμονιού. Ο κόκορας μαγειρευόταν στην κατσαρόλα αργά μέχρι να μαλακώσει με όλα του τα μυρωδικά και με σάλτσα ντομάτας. Ο νοικοκύρης ευχόταν καλή χρονιά στην αρχή του δείπνου και όλοι έπιναν σε αυτό. Όταν κόντευε να αλλάξει ο χρόνος, όλα τα φώτα και οι φλόγες στο σπίτι έσβηναν, εκτός από το τζάκι και μόλις έμπαινε ο νέος χρόνος, όλοι αγκαλιάζονταν και φιλιόντουσαν, και πολύ συχνά οι άντρες του σπιτιού έριχναν ντουφεκιές. Αμέσως μετά, ο νοικοκύρης σταύρωνε τη βασιλόπιτα, το γλυκό της ημέρας, και ευχόταν καλή χρονιά και άρχιζε να κόβει ένα ένα τα κομμάτια με τη γνωστή σειρά "Του Χριστού, Της Παναγίας, του Αγιο-Βασίλη, του φτωχού, του σπιτιού..."
  Το ξημέρωμα της Πρωτοχρονιάς, τα μέλη της οικογένειας βγαίνοντας από το σπίτι πατούν μια πλατιά πέτρα που έχει φυλάξει η νοικοκυρά από την παραμονή και την έχει τοποθετήσει στο κατώφλι. Πηγαίνοντας προς την εκκλησία, ο νοικοκύρης παίρνει μαζί του ένα ρόδι και στο γυρισμό το σπάει με την είσοδο του στο σπίτι για να φέρει καρποφορία και ευγονία ο νέος χρόνος. Στην εκκλησία παρακολουθούν όλοι τη λειτουργία, αυτή του Μεγάλου Βασιλείου, στον οποίο είναι αφιερωμένη η γιορτή της ημέρας και μετά το πέρας της λειτουργίας, στη μητρόπολη κάθε πόλης ή χωριού γίνεται η δοξολογία για τη νέα χρονιά. Πολλοί κρεμούν πάνω από την εξώπορτα τους ένα μποτσίκι, όπως λέγεται στην τοπική διάλεκτο η αγριοκρεμμύδα, που θεωρείται φυτό που φέρνει γούρι!
  Η βασιλόπιτα φτιάχνεται με αυγά, γάλα, αλεύρι και σταφίδες, καρύδια, 
μύγδαλα - όλα σύμβολα ευγονίας- και πασπαλίζεται με άχνη και κανέλλα. Μέσα της κρύβεται είτε ένα νόμισμα είτε ένα γούρι "που το έβαλε ο αγιο-Βασίλης" και όποιος το βρει είναι το τυχερό πρόσωπο της νέας χρονιάς, και συνήθως η τύχη του αυτή συνοδεύεται από ένα μποναμά, δηλαδή ένα χρηματικό ποσό ως δώρο! Μποναμάδες ή μπουναμάδες δίνονται και στα μικρά παιδιά της οικογένειας από τους μεγαλύτερους σε ηλικία, κυρίως τους άντρες. Το γλυκό της Πρωτοχρονιάς είναι οι κουραμπιέδες, που ετοιμάζονται από την παραμονή και σερβίρονται και ως γλύκισμα από τους εορτάζοντες με τα ονόματα Βασίλης ή Βασιλική!
Πηγή : http://messiniwn-ithi.blogspot.com


ΧΡΙΣΤΟΥΓΕΝΝΙΑΤΙΚΑ ΗΘΗ ΚΑΙ ΕΘΙΜΑ
Φοινικούντα
Τα Χριστούγεννα είναι μία από τις μεγαλύτερες γιορτές του Χριστιανισμού. Σύμφωνα με την Ορθόδοξη Χριστιανική εκκλησία, στην οποία ανήκουν οι περισσότεροι Έλληνες, είναι η δεύτερη σημαντικότερη γιορτή μετά το Πάσχα. Πριν από τα Χριστούγεννα, από του Αγίου Φιλίππου (14 Νοεμβρίου), αρχίζει η νηστεία της Σαρακοστής και η ψυχική προπαρασκευή για τη μεγάλη εορτή της γέννησης του Χριστού. Έτσι όλες οι οικογένειες το βράδυ του Αγίου Φιλίππου θ’ αποκρέψουν και θα ευχηθούν: «Καλή σαρακοστή να περάσουμε».
Πριν τα Χριστούγεννα οι γυναίκες καθάριζαν τα σπίτια τους και έφτιαχναν τα γλυκά (κουραμπιέδες, μπακλαβά κ.ά.). Δυο μέρες πριν τα Χριστούγεννα, έφτιαχναν τις «κλούρες». 
Την πρώτη «κλούρα» την έφτιαχναν για το Χριστό και την έβαζαν στο καντήλι του σπιτιού.
 ΤΑ ΚΟΛΙΑΝΤΑ
Κάστρο Μεθώνης
Λίγες μέρες αφού έμπαινε ο Δεκέμβρης, τα αγόρια του χωριού ανέβαιναν σε υψώματα και όλα μαζί φώναζαν δυνατά πολλές φορές «κόλιαντα», για να ακουστούν σε όλο το χωριό. Αυτό συνεχιζόταν κάθε μέρα, μέχρι την 23η Δεκεμβρίου. Ήταν μια προειδοποίηση πως πλησιάζουν τα Χριστούγεννα. Μετά τα μεσάνυχτα της παραμονής των Χριστουγέννων, τα παιδιά κατά ομάδες, (και ήταν πολλά τότε), αφού χτυπούσαν πρώτα την καμπάνα της εκκλησίας, ξεκινούσαν για να πουν τα «κόλιαντα» στα σπίτια του χωριού. Στον ώμο τους είχα κρεμασμένο τον «τρουβά» για να βάλουν μέσα τις «κλούρες» (μικρά στρογγυλά ψωμάκια), τα κάστανα, τα καρύδια και τα αμύγδαλα που θα τους πρόσφεραν οι νοικοκυρές. Στα χέρια τους κρατούσαν τις «τζιουμπανίκες», (γερά ξύλα που κατέληγαν σε στρογγυλό σκληρό εξόγκωμα). Σε όλα τα σπίτια τραγουδούσαν το:
             Κόλιαντα μπάμπω μ’ κόλιαντα, κι εμένα μπάμπω μ’ κλούρα
             Κι εμένα την τρανύτερη και τώρα και του χρόνου
             Κι αν δε μας δώσεις κόλιαντα δώσ’ μας ένα σιουτζιούκι
             Να’ ναι τρανό, να’ ναι χοντρό, να’ ναι ζαχαρωμένο
             Κι αν δεν έχεις κι σιουτζιούκι, δώσ’ μου τη θυγατέρα σ’
             Να τη φιλώ, να την τσιμπώ να μι ζισταίν’ τα βράδια.
Σε μερικά σπίτια τους ζητούσαν να «σιουμπήσουν» (ανακατέψουν) τη φωτιά. Έμπαινε τότε μέσα ένα παιδί και με την «τσιουμπανίκα» του «σιουμπούσε» τη φωτιά λέγοντας: «Φέρνω αρνιά, φέρνω κατσίκια, φέρνω κι έναν γαμπρό» (ή ανάλογα με την περίσταση, ότι επιθυμούσαν οι νοικοκύρηδες του σπιτιού).
Αφού τα παιδιά λέγανε τα «κόλιαντα» και «σιουμπούσαν» τη φωτιά, τους δίνανε τις «κλούρες». Αν κάποιος ήθελε να δώσει κάστανα, καρύδια ή αμύγδαλα, έλεγε στα παιδιά να «β’λιάξουν». Τότε τα παιδιά έπεφταν στα γόνατα και βέλαζαν ενώ η νοικοκυρά τους έριχνε τα αμύγδαλα, καρύδια ή κάστανα. Αυτό γινόταν γιατί πίστευαν πως έτσι τα πρόβατα και τα γίδια τους θα γεννούσαν περισσότερα αρνιά και κατσίκια.
ΚΑΙ ΑΛΛΑ ΧΡΙΣΤΟΥΓΕΝΝΙΑΤΙΚΑ
Την ημέρα των Χριστουγέννων κανένας δε λείπει από την εκκλησία που είναι ολόφωτη από τα κεριά και τις λαμπάδες μέσα στη νύχτα. Μετά τη λειτουργία, χαιρετά ο ένας τον άλλον και εύχεται «χρόνια πολλά».
Ακτή Φονέα Καρδαμύλη
Κατά έναν πολύ περίεργο τρόπο στις Αμυγδαλιές Γρεβενών την ημέρα των Χριστουγέννων γίνονταν η «γουρνοχαρά». Δηλαδή το σφάξιμο των γουρουνιών. Ίσως αυτός να είναι και ο λόγος που στο χωριό μας, εδώ και πάρα πολλά χρόνια, όσοι έχουν την ονομαστική τους εορτή (Χρήστος, Χριστίνα, Μανώλης…), γιορτάζουν όχι στις 25, αλλά στις 26 Δεκεμβρίου. Γιατί η «γουρνοχαρά» για να ετοιμαστεί, θέλει πολύ δουλειά και δεν αφήνει περιθώρια για γιορτές.
Η «γουρνοχαρά» είναι ένα από τα»σημαντικότερα χριστουγεννιάτικα έθιμα. Έτσι από παλιά όλες οι οικογένειες έκαναν τα πάντα για να έχουν τον μεγαλύτερο χοίρο, δίνοντάς του να φάει αλεσμένο καλαμπόκι, πίτουρα, ακρίσιο, ζεστό νερό και αλάτι. Ήταν η εποχή που οι οικογένειες εξέτρεφαν τα χοιρινά για το κρέας και το λίπος τους. Όταν μάλιστα η οικογένεια είχε πολλά μέλη, το γουρούνι έπρεπε να παχύνει πολύ, ώστε το λίπος του να είναι αρκετό. Η προετοιμασία για το σφάξιμο του γουρουνιού γινόταν με εξαιρετική φροντίδα, ενώ επακολουθούσε γλέντι μέχρι τα ξημερώματα. Άλλωστε το κρέας του γουρουνιού ήταν το μόνο κρέας που θα έτρωγαν για όλο το χρόνο. (Εκτός πια και αν ψοφούσε κάποιο πρόβατο, γίδα ή κότα.) Για κάθε σφαγή μεγάλου γουρουνιού απαιτούνταν 5-6 άνδρες, εκτός των παιδιών, που έφταναν πολλές φορές τα 20-25, τα οποία περίμεναν να πάρουν τη «φούσκα» του γουρουνιού, να τη φουσκώσουν και να παίξουν μ’ αυτή ποδόσφαιρο και άλλα παιχνίδια. Επειδή όμως η όλη εργασία είχε ως επακόλουθο το γλέντι και τη χαρά, γι’ αυτό και η ημέρα αυτή καθιερώθηκε ως "γουρουνοχαρά ή γουρνοχαρά". Όταν μάλιστα προσκαλούσαν κάποιον την ημέρα αυτή, δεν έλεγαν "έλα να σφάξουμε το γουρούνι", αλλά "έλα, έχουμε γουρουνοχαρά".
Ηλιοβασίλεμα λίγο πριν τις Κιτριές
Η εργασία ήταν σκληρή και ο σφαγέας έπρεπε να είναι καλός τεχνίτης. Σε ορισμένες μάλιστα περιπτώσεις αναγκαζόταν να χρησιμοποιήσει τσεκούρι για να αποκόψει την καρωτίδα. Υπήρχαν περιπτώσεις που δεν μπορούσαν να το σφάξουν, οπότε το γουρούνι έτρεχε να ξεφύγει με μισοκομμένο λαιμό.
Επίσης, το γδάρσιμο απαιτούσε χέρι δυνατό και τεχνικό για να μην κάνει τρύπες, δεδομένου ότι το δέρμα αυτό το χρησιμοποιούσαν και έκαναν τα λεγόμενα «γουρνοτσάρουχα», που τα φορούσαν για όλο το χρόνο και προπαντός στα χωράφια.
Μετά το γδάρσιμο, άρχιζε το κόψιμο του λίπους (παστού), για να γίνει έπειτα το κόψιμο του κρέατος σε μικρά κομμάτια. Το αλάτιζαν και το έβαζαν στην «κάδ’» (ξύλινος κάδος) για να το έχουν σαν ένα από τα κύρια φαγητά τους τις παγωμένες νύχτες του χειμώνα.
Αφού τελείωναν όλες τις δουλειές, καταπιάνονταν ύστερα με το γέμισμα των λουκάνικων, για τα οποία έδειχναν ιδιαίτερη επιμέλεια.
Το κρέας το έκοβαν κομματάκια με μαχαίρια. Το έπαιρναν κυρίως από τα πλευρά και το φιλέτο. Αυτό το κομμένο κρέας το έβραζαν μαζί με κομμένα πράσα και διάφορα μπαχαρικά, τα οποία έκαναν τα λουκάνικα να ευωδιάζουν. Να σημειώσουμε ότι λουκάνικα έφτιαχναν με τον ίδιο περίπου τρόπο και με το συκώτι του γουρουνιού (σκ’ωτένια ή σκ’ωτίσια).
Το λίπος, τον λεγόμενο «παστό», το έκοβαν μικρά κομματάκια και το ‘λιωναν μέσα σε καζάνι, που έβραζε κάτω από μεγάλη φωτιά. Για να λιώσει το παστό, η νοικοκυρά πάσχιζε πραγματικά, επί 2-3 ημέρες, ανάλογα με την ποσότητά του.
Αφού άδειαζε το ρευστό λίπος στο δοχείο, έμεναν τα υπολείμματα, μικρά τεμάχια που όχι μόνο δεν τα πετούσαν, αλλά αποτελούσαν τους καλύτερους μεζέδες για όλους. Αυτά τα ροδοκοκκινισμένα κομματάκια, ιδιαίτερα ελκυστικά και γευστικά για πολλούς, ήταν οι «τσιγαρίδες».
Το γουρουνίσιο κρέας γινόταν μαγειρευτό αλλά ο καλύτερος μεζές του ήταν η τηγανιά, μικρά κομμάτια χοιρινού στο τηγάνι με ρίγανη.
Η παραλία της Καλαμάτας
Το λιωμένο λίπος (=λίγδα) το έβαζαν σε δοχεία λαδιού ή πετρελαίου και αφού πάγωνε, διατηρούνταν σχεδόν όλο το χρόνο. Οι κάτοικοι το χρησιμοποιούσαν όλο το χρόνο και σε όλα σχεδόν τα φαγητά. Υπήρχαν μάλιστα περιπτώσεις που πολλοί δεν το αντικαθιστούσαν με τίποτα.
Ακόμα τοποθετούσαν μέσα στη λίγδα κομμάτια βρασμένου κρέατος που το έλεγαν «καβουρμά». Ο «καβουρμάς» κρατούσε, χωρίς να χαλάσει, μέχρι το καλοκαίρι.
Ακόμα και το καλοκαίρι στα φαγητά τους χρησιμοποιούσαν λίπος, γιατί ήταν δική τους παραγωγή και επομένως φθηνό, σε αντίθεση με το λάδι που το αγόραζαν μισή ή μια οκά για να περάσουν ένα και δυο μήνες. Επίσης, πολλές φτωχές οικογένειες δεν αγόραζαν καθόλου λάδι και δεν ήξεραν ούτε ποιο είναι το χρώμα του.
Από το γουρούνι τίποτα δεν πήγαινε χαμένο. Τίποτα δεν πετούσαν. Με το κεφάλι, τα αυτιά και τα πόδια, έφτιαχναν πατσά. Τον πατσά τον έβαζαν σε πιάτα, τον άφηναν να παγώσει και έτρωγαν σχεδόν όλο το χειμώνα.
 Μανιάτικος Γδικιωμός
Στο κλίμα των σκληρών αγώνων επικράτησης μεταξύ των πατριών (οικογενειών), αναπτύχθηκε η βεντέτα, ο λεγόμενος «γδικιωμός» ή δικιωμός - που αφορούσε αρχικά το σόι ή την οικογένεια και όχι το άτομο - ήταν η τιμωρία μιας πράξης που είχε γίνει σε βάρος της οικογένειας.
Η ιστορική εκκλησία των Αγ. Αποστόλων της Καλαμάτας
Την τιμωρία αποφάσιζε ψύχραιμα ένα οικογενειακό συμβούλιο, ενώ δεν ήταν απαραίτητο να τιμωρηθεί προσωπικά ο ένοχος της πράξης. Η βεντέτα μπορούσε να στραφεί και εναντίον άλλου μέλους της αντίπαλης οικογένειας.
Τα αρσενικά παιδιά της οικογένειας, σε περίπτωση πού ο πατέρας έπεφτε θύμα γδικιωμού, ανατρέφονταν με μοναδικό σκοπό μεγαλώνοντας να πάρουν το αίμα του πίσω. Όταν η εκδίκηση ολοκληρωνόταν, η οικογένεια πού πήρε ικανοποίηση κλεινόταν στο σπίτι της, για να μην προκαλέσει την οικογένεια του σκοτωμένου.
Συχνά στόχος ήταν η ολοκληρωτική εκμηδένιση της αντίπαλης οικογένειας. Το πρώτο κτύπημα δε γινόταν ποτέ απροειδοποίητα η πλευρά που προκαλούσε κήρυσσε επίσημα τον πόλεμο, χτυπούσαν οι καμπάνες, τα δυο αντίπαλα μέρη πήγαιναν στους πύργους τους κι από κει και πέρα κάθε μέσο καταστροφής ήταν επιτρεπτό.
Ο ουδέτερος πληθυσμός του χωριού στο διάστημα που διαρκούσε η βεντέτα ή κρυβόταν ή απομακρυνόταν όσο να τελειώσει ο μικρός πόλεμος.
Σε ορισμένες περιπτώσεις ο κώδικας της βεντέτας επέτρεπε μια προσωρινή ανάπαυλα, την «τρέβα» την εποχή του οργώματος, της σποράς, του θερισμού, του αλωνίσματος και όταν μάζευαν τις ελιές. Τα αντιμαχόμενα μέρη δούλευαν τότε σε γειτονικά χωράφια με νεκρική σιγή και τη νύχτα εφοδίαζαν τους πύργους με τρόφιμα και πυρομαχικά. Ο αγώνας ξανάρχιζε μόλις τέλειωνε η συγκομιδή.
Μια περιορισμένη ανακωχή μπορούσε επίσης να γίνει όταν ένα μέλος των αντιπάλων οικογενειών είχε βαφτίσια, γάμο ή κάτι ανάλογο. Ο συνηθέστερος φυσικά τρόπος με τον οποίο τέλειωνε η βεντέτα ήταν η εκμηδένιση της μιας μερίδας, οπότε τα υπολείμματά της σκορπίζονταν σε άλλα χωριά, αφήνοντας τους πύργους και τα χωράφια τους στο νικητή, ο οποίος έμενε αδιαφιλονίκητος κυρίαρχος, ώσπου μια άλλη Νυκλιάνικη οικογένεια κατόρθωνε να συγκεντρώσει ή να δημιουργήσει αρκετή δύναμη για να τον προκαλέσει.
Νεοκλασσικό του Ερν. Τσίλερ στην παραλία της Καλαμάτας
Μπορούσε όμως και να μείνει αν ήθελε, στο χωριό η νικημένη παράταξη, αν ζητούσε από το νικητή συγγνώμη με, ένα καθορισμένο τελετουργικό τυπικό. Τα πράγματα ήταν απλούστερα στις περιπτώσεις φόνων δίχως γενικότερες προεκτάσεις, οπότε, ύστερα από μια καθορισμένη, απλούστερη από την προηγούμενη, διαδικασία, ο μετανοημένος φονιάς γινόταν ο ιδιαίτερος προστάτης και ευεργέτης της οικογένειας που αδίκησε όλα αυτά τα θέματα τα τακτοποιούσε ένα τοπικό συμβούλιο, η Γεροντική, μοναδικός Θεσμός, υπό τον μπέη ή τον αρχικαπετάνιο, που φρόντιζε για την τάξη στη Μάνη.
Ένα γεγονός που μπορούσε να συμβιβάσει τα αντιμαχόμενα μέρη ήταν η τουρκική απειλή. Η πιο μακρόχρονη ανακωχή ήταν η γενική τρέβα που ζήτησε ο Μαυρομιχάλης την παραμονή του πόλεμου της Ανεξαρτησίας.
Οι αντιδικίες πάντως συνεχίστηκαν και μετά την απελευθέρωση, αλλά σιγά-σιγά οι προκαταλήψεις και οι διακρίσεις μεταξύ Νυκλιάνων και υποτακτικών διαλύονταν, η παράδοση της βίας όμως συνεχίστηκε, έστω και χωρίς πια τους μεγάλους πόλεμους των Νυκλιάνων. Η παράδοση δεν κόπηκε αμέσως, αλλά περιορισμένη με μεμονωμένες εκδηλώσεις, συνεχίστηκε ως το Β' Παγκόσμιο πόλεμο. Σήμερα φυσικά όλα αυτά αποτελούν αναμνήσεις μιας άλλης εποχής.
Πηγή : www.mani.org.gr
                Η ΣΥΝΕΧΕΙΑ ΣΤΗΝ ΕΠΟΜΕΝΗ ΔΗΜΟΣΙΕΥΣΗ ΜΑΣ

Κυριακή 11 Μαρτίου 2012

ΤΟ ΜΕΓΑΛΥΤΕΡΟ ΚΑΙ ΟΜΟΡΦΟΤΕΡΟ ΒΟΥΝΟ ΤΗΣ ΠΕΛΟΠΟΝΝΗΣΟΥ

Το βουνό Ταΰγετος (2.407 μ.) είναι το ψηλότερο της Πελοποννήσου και ένα από τα πιο ψηλά και όμορφα βουνά της πατρίδας μας με όψη οροσειράς. Ο Ταύγετος αποτελεί το φυσικό όριο των Νομών Λακωνίας και Μεσσηνίας.
Η οροσειρά του Ταΰγετου έχει μήκος 115 χιλιόμετρα, μέγιστο πλάτος 30 χιλιόμετρα και έκταση 2.500 τετραγωνικά χιλιόμετρα, η οποία συγκροτείται από τέσσερα κύρια τμήματα: α)τον Βόρειο (προς την Μεγαλόπολη), β) τον Μέσο Ανατολικό (προς την Σπάρτη), γ) τονΔυτικό και δ) τον Νότιο Ταΰγετο που σχηματίχει τη χερσόνησο της Μάνης, η οποία και καταλήγει στο Ακρωτήριο Ταίναρο. Η υψηλότερη κορυφή του ονομάζεται Αγιολιάς ή Προφήτης Ηλίας, έχει ύψος 2.407 μ. και βρίσκεται στο ανώτερο μέρος της τοποθεσίας που ονομάζεται Πυραμίδα, λόγω του χαρακτηριστικού σχήματος της.
Ο Ταΰγετος αποτελείται κυρίως από ασβεστόλιθους και μάρμαρο, ενώ είναι αρκετά πλούσιος σε νερά. Το κλίμα του είναι γενικά ηπειρωτικό, με μεγάλες χιονοπτώσεις κατά τη διάρκεια του χειμώνα. Το μεγαλύτερο μέρος του καλύπτεται από έλατα και μαυρόπευκα, ενώ έχει μεγάλο αριθμό ρεμάτων και μικρών ποταμών.

ΟΝΟΜΑΣΙΑ
Ο Ταύγετος πήρε το όνομά του από τη Ταϋγέτη, κόρη του Άτλαντα, ενώ η ψηλότερη κορφή του ονομαζόταν Ταλετός. Οι Μανιάτες όμως τον αποκαλούν Μακρυνό Ηλία. Κατά το Νηφάκο:
«Ταΰγετον τον έλεγαν οι παλαιοί Σπαρτιάτες και Μακρυνόν τον λέγουσιν Ηλίαν οι Μανιάτες».
Από την Ανατολική Μάνη τμήμα της κορυφής του Ταϋγέτου δίνει την εικόνα κλειστού χεριού, γροθιάς, και τα πέντε αντερείσματα έδωσαν το όνομα «Πενταδάκτυλος»

                                                                            ΤΟΥΡΙΣΤΙΚΗ ΠΡΟΟΠΤΙΚΗ ΤΑΫΓΕΤΟΥ
Ο Ταύγετος είναι τόσο όμορφο βουνό αφού έχει όλες τις προϋποθέσεις να γίνει ένα Σπουδαίο Χειμερινό Τουριστικό Κέντρο το καλύτερο της Νοτίου Ελλάδος που θα έδινε ζωή σε 2 πανέμορφους Νομούς, τη Μεσσηνία και τη Λακωνία και θα αποκτούσαν Τουριστική δραστηριότητα Χειμώνα - Καλοκαίρι.  Υπάρχουν εγκαταλελειμμένα χωριά τα οποία θα μπορούσαν να αναβιώσουν και να γίνουν "παραδοσιακά χωριά" με ξενώνες, με μικρές πλατείες, με παραδοσιακά ταβερνάκια και φυσικά με γραφικά σπιτάκια όπου θα μπορούσαν οι επισκέπτες τουρίστες, Έλληνες και ξένοι να απολαμβάνουν τις ομορφιές του Ταϋγέτου και το Χειμώνα με τα χιόνια και το καλοκαίρι, αφού η θάλασσα από το βουνό απέχει  μισή ώρα. Για να γίνουν όμως όλα αυτά χρειάζεται πολιτική βούληση, χρειάζεται Βουλευτές και Δημάρχους με όραμα που να μη τους νοιάζει αν θα επανεκλεγούν ή όχι, αλλά απόφαση να αναπτύξουν και το χειμερινό καθώς και τον αθλητικό τουρισμό, με τη δημιουργία αθλητικού προπονητικού κέντρου προετοιμασίας ποδοσφαιρικών ομάδων και άλλων αθλητών. Τέλος, ια μπορούσε να αναπτυχθεί ο θρησκευτικός τουρισμός αφού στον Ταύγετο υπάρχουν πολλά μοναστήρια αιώνων με ιστορία, όπως και Βυζαντινά εξωκκλήσια.  
ΓΕΝΙΚΑ
Κατά μήκος της κορυφογραμμής υπάρχουν οικισμοί και γραφικά χωριουδάκια και από την πλευρά της Μεσσηνίας καθώς επίσης και από την πλευρά της Λακωνίας, με κύριο γνώρισμα τους το πράσινο, τα πολλά νερά και το παραδοσιακό χρώμα που ευτυχώς κρατάνε ακόμα. Κάτι πολύ όμορφο είναι ότι υπάρχουν μονοπάτια που ενώνουν τα χωριά και που μπορούν να περπατήσουν οι φίλοι του βουνού, που ολοένα πληθαίνουν και ξενώνες για να φιλοξενήσουν αυτούς που έρχονται να απολαύσουν το πανέμορφο βουνό. Τελικά όσοι έρχονται για πρώτη φορά να δουν τον Ταύγετο, φεύγουν τόσο πολύ ενθουσιασμένοι που προγραμματίζουν να ξαναέλθουν στο πανέμορφο βουνό.
Από τον Ταΰγετο πηγάζουν ο Ευρώτας ποταμός, που χύνεται στον Λακωνικό κόλπο και ο Νέδοντας, που χύνεται στον Μεσσηνιακό κόλπο. Τον Ταΰγετο αυλακώνουν πολλοί χείμαρροι οι οποίοι σχηματίζουν μεγάλες χαράδρες. Οι ρεματιές με πυκνή βλάστηση στις όχθες τους αποτελούν καταφύγιο για μια αξιόλογη σε πληθυσμούς και ποικιλία πανίδα. Στα γρήγορα ρυάκια βρίσκονται νεροκότσυφες και βάτραχοι των ρυακιών, ενώ στα αργά μεγάλοι πληθυσμοί από αμφίβια και ουροδελή, όπως η σαλαμάνδρα. Στο ορεινό δάσος, που αποτελούν έλατα και μαυρόπευκα φωλιάζουν αρκετά είδη πουλιών και μικρών θηλαστικών. Ψηλότερη κορυφή του Ταΰγετου είναι ο Προφήτης Ηλίας όπου βρίσκεται το ομώνυμο εκκλησάκι. 'Αλλες κορυφές είναι το Μαρμαρόκαστρο (2.228 μ.), η Μαυροβούνα ή Βασιλική (1.908 μ.), η Νεραϊδοβούνα (2.025 μ.), το Χαλασμένο βουνό (2.204 μ.) κ.ά.
                                                                                    ΔΙΑΔΡΟΜΕΣ
O Tαΰγετος προσφέρει ένα μεγάλο φάσμα δυνατοτήτων για διαδρομές κάθε δυσκολίας και διάρκειας. Εκτός από τις πεζοπορικές διαδρομές που έχουν ως αφετηρία τους πεδινούς οικισμούς και φτάνουν μέχρι τα ορεινά χωριά, μπορούν να γίνουν αναβάσεις στις κορυφές του βουνού. Επίσης, οι ορειβάτες μπορούν να ακολουθήσουν το ευρωπαϊκό μονοπάτι Ε4 ή να συνδυάσουν αναβάσεις στην ανατολική πλευρά με καταβάσεις στις μεγάλες χαράδρες της δυτικής πλευράς (Βυρός, Ρίντομο, ρέμα Βίντολης, φαράγγι Κοσκαράκας), σε διαδρομές που διαρκούν δύο ή τρεις ημέρες.
ΑΝΑΒΑΣΗ ΣΤΗΝ ΚΟΡΥΦΗ
Η ανάβαση στην κορυφή του βουνού γίνεται συνήθως από τη λακωνική πλευρά.
Στη θέση Βαρβάρα σε υψόμ. 1.550 μ., 3 ώρες περίπου από τον οικισμό Ντόριτσα του χωριού Παλαιοπαναγιά που βρίσκεται στον δρόμο από Σπάρτη για Γύθειο στα 12 περίπου χλμ. μετά το χωριό Ανώγεια, υπάρχει ορειβατικό καταφύγιο. Το καταφύγιο, που δημιουργήθηκε το 1961, προσφέρει βασικές εξυπηρετήσεις (θέρμανση, κουβέρτες, κουκέτες και κουζίνα) και μπορεί να φιλοξενήσει 26 άτομα. Η χρήση του γίνεται ύστερα από συνεννόηση με τον Ελληνικό Ορειβατικό Σύνδεσμο (ΕΟΣ) Σπάρτης και με την παρουσία φύλακα. Η κλασική ανάβαση στο καταφύγιο αρχίζει από την πηγή Μαγγανιάρη (980 μ.) όπου φτάνει ο ασφαλτοστρωμένος δρόμος από το χωριό Παλαιοπαναγιά. Στη θέση Μαγγανιάρη υπάρχει μεγάλος χώρος στάθμευσης που έχει δημιουργηθεί από το δασαρχείο Σπάρτης.  Το μονοπάτι είναι πολύ καλά σημαδεμένο και βατό και είναι ιδεώδες για το καλοκαίρι, καθώς βρίσκεται στη σκιά του ορεινού δάσους. Έπειτα από δύο συναντήσεις με τον δασικό δρόμο Μαγγανιάρη-Πενταυλών, οι αναβάτες αφήνουν πίσω τους τον «πολιτισμό» και παίρνουν το μονοπάτι. Το μονοπάτι διατρέχει με μικρή κλίση το δάσος και οδηγεί στην πηγή του Τρίποδα, που δίνει το όνομά της σε ολόκληρη την πλαγιά. Από το σημείο αυτό η κλίση μεγαλώνει και ψηλότερα το μονοπάτι διασταυρώνεται με το μονοπάτι της διαδρομής Ε4 (Καταφύγιο-Λακκώματα). Λίγο μετά το μονοπάτι οδηγεί στην πηγή Βαρβάρα, τελευταία πηγή πριν από το καταφύγιο, η οποία το καλοκαίρι συνήθως δεν έχει νερό. Το μονοπάτι οδηγεί σε χωματόδρομο, μέχρι το καταφύγιο.Η διαδρομή από την πηγή Μαγγανιάρη έως το καταφύγιο είναι 1 ώρα και 30 λεπτά, με υψομετρική διαφορά 570 μέτρων, ενώ από το καταφύγιο έως την κορυφή Προφήτης Ηλίας στα 2.407 μ. η ανάβαση διαρκεί 2 1/2 ώρες περίπου. Η διαδρομή καταφύγιο-κορυφή είναι σηματοδοτημένη.

Το παλιό γεφύρι στη Κασκάρακα
Ειδικά για τους Μανιάτες στη Μάνη, που κατά τον Νικηφόρο Βρεττάκο συναντάμε το «ερωτικό σμίξιμο του ήλιου και της πέτρας», ο Ταΰγετος αποτελεί σύμβολο, αφού στις πλαγιές και στις βουνοκορφές του διατηρήθηκε άσβεστη η φλόγα της Ελευθερίας. Εκεί έβρισκαν καταφύγιο οι κατατρεγμένοι και εκεί είναι που γράφτηκαν πολλές ηρωικές στιγμές των προγόνων μας. Εκεί έχτισαν τα χωριά τους, από τα οποία η Πολιτεία έχει αναγνωρίσει 98 παραδοσιακούς οικισμούς από τους 118 που συνολικά βρίσκονται σε όλη τη Πελοπόννησο.
Ο επισκέπτης μπορεί να απολαύσει σπηλαιολογία, ορεινή ποδηλασία, πεζοπορικές και ορειβατικές διαδρομές στις πλαγιές ή στα φαράγγια του βουνού, διαδρομές που αναλύονται στην ιστοσελίδα μας, στην ίδια ενότητα.
Λέγεται ότι ο Ταΰγετος είναι ένα βουνό νέο σε ηλικία που ακόμη αναπτύσσεται, αφού ανέρχεται κάθε χρόνο κατά ένα εκατοστό, οπότε δεν ξέρουμε τι ανάστημα θα πάρει στους αιώνες και ποια γενιά μπορεί να τον δει ψηλότερο από άλλα βουνά. Η ορογένεση θα το δείξει, αλλά πότε;
ΤΟΥΡΙΣΤΙΚΟΣ ΤΑΥΓΕΤΟΣ
Τα τελευταία χρόνια ο Ταΰγετος μπαίνει σιγά - σιγά στον ταξιδιωτικό χάρτη με νέα και ιδιαίτερα ξενοδοχεία που απευθύνονται σε ένα πιο μαζικό, αλλά πάντα ψαγμένο κοινό.
Πριν από μερικά χρόνια τις πλαγιές του χαίρονταν μόνο οι ορειβάτες και ακόμη και στα εύκολα προσβάσιμα (μέσω ασφαλτοδρόμων) χωριά στους πρόποδές του οι ταξιδιώτες και οι ξενώνες ήταν ελάχιστοι. Ωστόσο, τα τελευταία χρόνια ο Ταΰγετος μπαίνει σιγά σιγά στους ταξιδιωτικούς προορισμούς με νέα και ιδιαίτερα ορεινά τουριστικά καταλύματα που απευθύνονται σε ένα πιο μαζικό, αλλά πάντα ψαγμένο κοινό.
Η αλήθεια είναι ότι ο Ταύγετος θα μπορούσε να προφέρει τουρισμό υψηλού επιπέδου, τουλάχιστον έχει αυτές τις δυνατότητες, αλλά οι πολιτικές και δημοτικές ηγεσίες των 2 Νομών Λακωνίας και Μεσσηνίας, δυστυχώς δεν έχουν κάνει τίποτε απολύτως για να αναπτυχθεί ο Ταύγετος τουριστικά και για να αναπτύξουν το χειμερινό τουρισμό και των 2 Νομών.
ΤΑ ΧΩΡΙΑ ΤΟΥ ΤΑΥΓΕΤΟΥ ΑΠΟ ΤΗΝ ΠΛΕΥΡΑ ΤΗΣ ΜΕΣΣΗΝΙΑΣ
Ας δούμε όμως ποια είναι τα χωριά του Ταϋγέτου από την Δυτική πλευρά του, την πλευρά δηλαδή της Μεσσηνίας. Ξεκινάμε με πρώτο και καλύτερο χωριό την Αρτεμισία.
ΑΡΤΕΜΙΣΙΑ = ΤΣΕΡΝΙΤΣΑ ή ΤΖΕΡΝΙΤΖΑ. Στα Σλάβικα σημαίνει περιοχή με πολλές μουριές, που υπήρχαν τότε στην περιοχή. Η Αρτεμισία βρίσκεται σε υψόμετρο 700 μ. από την επιφάνεια της θάλασσας. Μετά την εφαρμογή του νόμου Καποδίστρια, αποτελεί δημοτικό διαμέρισμα του Δήμου Καλαμάτας με 310 κατοίκους που προκύπτει από την απογραφή του 2001 και 339 κατοίκους στην απογραφή του 1991. Παλιότερα, αποτελούσε ξεχωριστή κοινότητα, η οποία από το 1835 μέχρι το 1912 ανήκε στον Δήμο Αλαγονίας με το όνομα Τσερνίτσα, κατά καιρούς αποτελώντας την έδρα του Δήμου όταν ο Δήμαρχος ήταν από την Τσερνίτσα, εναλλασσόμενη με την Σίτσοβα, με δικαστήριο, ληξιαρχείο, αστυνομία και πολλά πανδοχεία. Τα έξι χωριά που αποτελούσαν τον τέως δήμο Αλαγονίας ήταν τα εξής: Αλαγονία Καλαμάτας, Σίτσοβα, Αρτεμισία, Τσερνίτσα, Καρβέλι / Κουτσαβά, Λαδά / Κουτσαβά , Νέδουσα / Μεγάλη Αναστάσοβα, Πηγές / Μικρή Αναστάσοβα
Η Αρτεμισία είναι χτισμένη στην θέση της αρχαίας Δενθαλιάτιδας με αξιόλογα ιστορικά μνημεία, όπως ο Ναός της Λιμνάτιδας Αρτέμιδας στο Βόλιμνο, το μοναστήρι του Μελέ με το ομώνυμο Κάστρο και η Κάτω Χώρα. Το μοναστήρι του Μελέ στέγασε τη Μεσαιωνική Σχολή Μελέ και τα Εκπαιδευτήρια του εθνικού ευεργέτη Πέτρου Δημάκη, ο οποίος έφτασε στην περιοχή από το εξωτερικό το 1854 και στα ιδρύματα του οποίου μαθήτευσαν αξιόλογα μέλη της διοίκησης της αναπτυσσόμενης μετά την απελευθέρωση Καλαμάτας. Η Αρτεμισία είναι το μεγαλύτερο χωριό σε γεωγραφική έκταση μαζί με τα χωράφια σιταριού του Πέρα, της Ρογκοζωνίτσας και του Βόλιμνου, καλύπτοντας έκταση 38.797 στρεμμάτων, λίγο μικρότερη από αυτή της Καλαμάτας και σχεδόν διπλάσια των άλλων χωριών. Βρίσκεται στο κεντρικότερο σημείο του δήμου, περιτριγυρισμένη από τα άλλα πέντε χωριά. Το όνομά της μετά την κάθοδο των Σλάβων έγινε Τσερνίτσα,  αφού
είχε αναπτυγμένη σηροτροφία, και η παλιότερη θέση της ήταν στην Κάτω Χώρα, θέση της αρχαίας Δενθαλιάτιδας, στην οποία σήμερα βρίσκουμε μόνον κήπους και ερείπια. Τα κτίσματα της ιστορικής Μονής του Αγίου Ιωάννη του Θεολόγου στο Μελέ απέχουν 800 μέτρα ασφαλτοστρωμένου δρόμου από το χωριό, όπου υπάρχουν ερείπια από τη Μεσαιωνική σχολή Μελέ και τα Δημάκεια Εκπαιδευτήρια, στα οποία δίδαξαν σπουδαίοι καθηγητές και ιεράρχες και φοίτησαν μεγάλα ονόματα όπως ο Μπενάκης, ο Μελετόπουλος κ.ά. Κατάλοιπο εκείνων των εκπαιδευτηρίων είναι το σημερινό σχολείο της Αρτεμισίας, στο οποίο πλέον δε φοιτούν μαθητές και χρησιμοποιείται για διάφορες εκδηλώσεις.
 Στην Αρτεμισία βρίσκονται επίσης δύο ενδιαφέροντες ναοί: ο ναός των Εισοδίων της Θεοτόκου, του τύπου του ελεύθερου σταυρού με οκτάπλευρο τρούλο, στον οποίο σώζονται τοιχογραφίες του 1713 (στον κυρίως ναό και στο νάρθηκα) και του 1704 (στο τέμπλο), καθώς και η μονόκλιτη ξυλόστεγη βασιλική της Υπαπαντής του Σωτήρος (1858).
Σήμερα Διοικητικά η Αρτεμισία είναι Δδ του Καλλικρατικού Δήμου Καλαμάτας.
                                                                                       ΑΛΑΓΟΝΙΑ. (ΣΙΤΣΟΒΑ)
Αλαγονία πνιγμένη στο πράσινο 
Η Αλαγονία ανέκαθεν απετέλεσε το καιφαλοχώρι των εξι χωριών της περιοχής που κατά την Τουρκοκρατία ήταν γνωστά ως Πισινά χωριά όπως προκύπτει από την απογραφή του 2001 έχει έκταση 22.093 στρέμματα. Το 1829 είχε 906 κατοίκους (188 οικογένειες).Το 1928 είχε πληθυσμό 941 κατοίκους, το 1940 είχε 1029, το 1951 είχε 940, το 1981 είχε 335, το 1991 είχε 410 κατοίκους εκ των οποίων 330 στην Αλαγονία και 80 στον οικισμό Μαχαλάς. Με τον Νόμο Καποδίστρια, η Αλαγονία γίνεται δημοτικό διαμέρισμα και οι κάτοικοι μειώνονται ακόμα περισσότερο σε 289 στην Αλαγονία, ενώ στον Μαχαλά παραμένουν 71 (πραγματικοί πληθυσμοί, απογραφή 2001).
Κατά την παλαιότερη διοικητική διαίρεση, ο τέως Δήμος Αλαγονίας υπαγόταν στη Λακωνία. Από το 1837 απετέλεσε δήμο, της επαρχίας των Καλαμών, με έδρα άλλοτε τη Σίτσοβα (σήμερα Αλγονια) και άλλοτε την Τσερνίτσα (σήμερα Αρτεμισία).
Η Αλαγονία είναι γενέτειρα του Οικουμενικού Πατριάρχη Πελεκάση. Ο Δήμος Αλαγονίας και στη συνέχεια η κοινότητα Αλαγονίας, πήραν το όνομα αυτό από την αρχαία πόλη Αλαγονία παρόλο που η σημερινή θέση της δεν ταυτίζεται με εκείνη της αρχαίας πόλης.
Βρίσκεται σε υψόμετρο 750 μ. Στη περιοχή αυτή υπήρχε μεγάλη παραγωγή  πατάτας, λάδι, κάστανα, καρύδια, κεράσια, οπωρικά και ξυλεία. Στο 23ο χιλιόμετρο της εθνικής οδού Καλαμάτας - Σπάρτης και στο ύψος του χωριου Αρτεμισία Καλαμάτας στρίβουμε αριστερά. Ο δρόμος είναι ασφαλτοστρωμένος. Στα 2 χλμ. συναντάμε το χωριό Πηγές (Μικρή Αναστάσοβα) και μετά 3 χλμ. φθάνουμε στην Αλαγονία. Είναι χτισμένη αμφιθεατρικά στην καταπράσινη πλαγιά.
Σήμερα, διοικητικά υπάγεται στον Καλλικρατικό Δήμο Καλαμάτας.
ΑΛΤΟΜΙΡΑ. Τα Αλτομιρά βρίσκονται στο12ο χιλιόμετρο του δρόμου Κάμπου-Καλαμάτας, σε ανηφορικό δρόμο προς το Ταΰγετο, αμφιθεατρικά κτισμένα σε μια βουνοπλαγιά. Αποτελoύσε Δημοτικό Διαμέρισμα του τ. Δήμου Αβίας, αφού σήμερα ανήκει στο Δήμο Δυτικής Μάνης.. Σύμφωνα με τοπική παράδοση το χωριό οφείλει το όνομά του σε κάποιο ληστή ή φυγάδα, που ονομαζόταν Αλτόμορος και είχε καταφύγει στην περιοχή. Το ορεινό του έδαφος αποτελούσε καταφύγιο των κλεφτών επί Τουρκοκρατίας και ανήκε στην καπετανία και εξαρχία της Ζαρνάτας. Στη περιοχή υπάρχει παλιό λιθόστρωτο μονοπάτι που άρχιζε στο Κάμπο με προορισμό το Μυστρά. Ενδιάμεσα είναι το μοναστήρι του Αγίου Νικολάου, της Μαρβίνιτσας, τα Αλτομιρά και τα Πηγάδια. Η περιοχή αυτή ήταν υπό τον έλεγχο των Καπετανάκηδων, που είχαν έδρα τη Τρικότσοβα, όπου υπάρχει ερειπωμένο φρουριακό συγκρότημα. Οι Αλτομιριανοί έλαβαν μέρος στη μάχη της Βέργας εναντίον του Ιμπραήμ στις 22 Ιουνίου 1826. Ο παλαίμαχος αγωνιστής της Βέργας γιατρός Α. Μαυρογένης γράφει για τη συμμετοχή των Αλτομιριανών στη μάχη κατά του Ιμπραήμ: «Οι Καπετανάκαι κυρίως δια των γενναίων Σελιτσιάνων, Αλτομιριανών και άλλων Αβιατών έκτισαν την Βέργαν…και κατέλαβαν τα επικινδυνώτερα σημεία». Το χωριό είναι ακατοίκητο, παρ’ όλο που στην πρόσφατη απογραφή απογράφησαν 92 κάτοικοι. Μερικοί κτηνοτρόφοι παραμένουν μέχρι τα μέσα Δεκεμβρίου και κατόπιν κατεβαίνουν χαμηλότερα σε άλλα χωριά για να ξεχειμωνιάσουν και επανέρχονται την Άνοιξη.
Τα Αλτομιρά έχουν παλιά πέτρινα σπίτια εξαίρετα δείγματα της Μανιάτικης αρχιτεκτονικής, εκ των οποίων αρκετά έχουν αναπαλαιωθεί. Το 1999 κηρύχθηκε διατηρητέος οικισμός από το Υπουργείο Πολιτισμού. Έχει εκκλησίες με θαυμάσιες τοιχογραφίες, ενώ ονομαστό είναι το διπλό πέτρινο γεφύρι στο Μπίλιοβο, στο φαράγγι του Ριντόμου.
Πηγή www.mani.org.gr
ΑΝΑΤΟΛΙΚΟ = ΝΕΡΙΝΤΑ. Είναι ένας από τους οικισμούς των Γαϊτσών που αποτελούσαν την ομώνυμη πρώην κοινότητα και μετέπειτα Δήμο Αβίας. Σήμερα ο οικισμός αυτός, που είναι πλοησίον του υπέροχου φαραγιού του Ριντόμου, ανήκει στο Δήμο Δυτικής Μάνης.
ΑΡΑΧΟΒΑ. Ένα πολύ μικρό χωριό (οικισμός) στην περιοχή του Ελαιοχωρίου πριν τη Μονή Δημιόβης. Ανήκει στο Δήμο Καλαμάτας και έχει 33 κατοίκους.
ΒΟΡΕΙΟ = ΜΠΡΙΝΤΑ. Ένας ακόμα οικισμός που αποτελούσε την πρώην κοινότητα Γαϊτσές που σήμερα ανήκει στο Δήμο Δυτ. Μάνης. Βρίσκεται πλησίον του Κάμπου που αποτελούσε την έδρα του πρώην Δήμου Αβίας. Διοικητικά σήμερα υπάγεται στο Δήμο Δυτικής Μάνης.
ΓΙΑΤΡΕΪΚΑ. Μανιάτικος οικισμός σε υψόμετρο 720 μέτρα.  Οι κάτοικοι ήταν απόγονοι της οικογένειας των Μεδίκων ή Ιατρών γι' αυτό και ο οικισμός ονομάστηκε Γιατρεϊκα. Οι Μέδικοι ήρθαν από διάφορα μέρη της ανατολικής Μάνης (Οίτυλο). Σήμερα ζουν μόνιμα 7 άτομα στον οικισμό. Πηγή :
www.lefktro.gov.gr
ΕΛΑΙΟΧΩΡΙ = ΓΙΑΝΝΙΤΣΑ. Το Ελαιοχώρι βρίσκεται ανατολικά σε σχέση με την Καλαμάτα σκαρφαλωμένο στις πλαγιές του δυτικού Ταϋγέτου στο "Καλάθι". Το Ελαιοχώρι, βρίσκεται στη βορεινή πλαγιά λόφου, στο μέρος που ήταν κτισμένη η αρχαία πόλη Καλάμαι. Ο λόφος προστάτευε την πόλη από την θέα των πειρατών από το λιμάνι της Καλαμάτας, ενώ από την κορυφή του φαίνεται ο Μεσσηνιακός κόλπος, απέναντι το Πεταλίδι και η Κορώνη ενώ μπροστά του απλώνεται η Μεσσηνική πεδιάδα (η "Μακαρία" όπως την ονόμαζαν οι αρχαίοι Έλληνες).
ΕΜΙΑΛΟΙ. Οικισμός του Ταϋγέτου με 10 κατοίκους που ανήκει στο χωριό Καρβέλι.
ΖΑΧΑΡΙΑ = ΛΙΜΠΟΧΟΒΟ. Μανιατοχώρι ή καλύτερα Μανιάτικος οικισμός της πρώην κοινότητας Τσέρια, σε υψόμετρο 680 μ.η οποία σήμερα ανήκει στον Δήμο Δυτικής Μάνης που έχει έδρα την Καρδαμύλη. Εδώ είναι και το Δημοτικό Σχολείο που ιδρύθηκε στις 11-12-1859 και έκλεισε, ελλείψει μαθητών, το 1981. Στο συνοικισμό δεσπόζει ο Πύργος του Κουκέα που  κτίστηκε το 1800 και είναι γνωστός ως Πύργος του Ζαχαριά επειδή μέσα σε αυτόν δολοφονήθηκε το 1805 ο αρματολός Ζαχαριάς Μπαρμπιτσιώτης. Μόνιμοι κάτοικοι σήμερα 4.
ΘΕΟΤΟΚΟΣ. Η Θεοτόκος είναι ένας μικρός οικισμός της Αρτεμισίας που βρίσκεται λίγο πριν την Αρτεμισία. Είναι γνωστός ο οικισμός από το ταβερνάκι που είναι πάνω στο δρόμο Καλαμάτας – Σπάρτης, καθώς επίσης και την πηγή που αναβλίζει παφωμένο καθαρό πόσιμο νερό χειμώνα καλοκαίρι.
ΚΑΡΥΟΒΟΥΝΙ = ΑΡΑΧΩΒΑ. Η Αράχοβα της Δυτικής Μάνης που αποτελούσε Δημοτικό Διαμέρισμα του τέως Δήμου Λεύκτρου του σημερινού Δήμου Δυτικής Μάνης. μαζί με τον οικισμό Δρυόπη. Είναι ένα από τα ορεινά χωριά της περιοχής Λεύκτρου και βρίσκεται 55χιλ. νότια της Καλαμάτας και 10 χιλ. ανατολικά της Στούπας. Είναι αμφιθεατρικά κτισμένο ανάμεσα σε δυο πλαγιές που σχηματίζουν ρέμα, σε υψόμετρο 500 μ. και διακρίνουμε τον ερειπωμένο πύργο του Γουδέλη και τις εκκλησίες του Αγίου Γεωργίου, του Προφήτη Ηλία, της Παναγίας της Γιάτρισσας. Ο ποιητής Νικήτας Νιφάκος (1748-1818) στα στιχουργήματά του για τα χωριά της Μάνης γράφει για το Καρυοβούνι: 
                                             "Να έλθω στην Αράχωβα
                                              την πολυξακουσμένη
                                              που μες στο στενολάγκαδο
                                              ευρίσκεται κτισμένη"
ΚΑΣΤΑΝΙΑ Η Καστάνια ή Καστανέα ή Μεγάλη Καστάνια είναι ορεινό χωριό του νομού Μεσσηνίας και ανήκε στο δημοτικό διαμέρισμα του δήμου Λεύκτρου, ενώ σήμερα ανήκει στο Δήμο Δυτικής Μεσσηνίας. Το χωριό βρίσκεται σε υψόμετρο 700 μέτρων στους πρόποδες του Ταϋγέτου από την πλευρά της Μεσσηνίας και ανήκει στην περιοχή της ιστορικής Μάνης, ενίσχυσε την επανάσταση του '21 με τετρακόσιους άντρες (τετρακόσια όπλα όπως αναφέρεται σε ορισμένα βιβλία) ενώ στον πύργο του Δουράκη, που υπάρχει στο χωριό έχει μείνει και ο οπλαρχηγός Θεόδωρος Κολοκοτρώνης, Στο χωριό υπάρχουν αρκετές εκκλησίες του 14ου αιώνα και η μία από τις δύο διώροφες χριστιανικές εκκλησίες της Ευρώπης. Προστάτης του χωριού είναι η Παναγία και γιορτάζει στις 15 Αυγούστου με δοξολογία και πανηγύρι έμπροσθεν της Κοιμήσεως της Θεοτόκου στην πλατεία του χωριού. Το χωριό είναι προορισμός δροσιάς τους καλοκαιρινούς μήνες και κυνηγιού το χειμώνα.
ΚΑΤΑΦΥΓΙΟ = ΚΟΨΟΛΑΙΜΕΪΚΑ. υψόμετρο 630 μέτρα
Μόνιμοι κάτοικοι σήμερα 14. Σε αγκωνάρι του σπιτιού του Ηλία Ευσ. Ταβουλαρέα υπάρχει χρονολογία 1745 άρα ο συνοικισμός άρχισε να κτίζεται το δεύτερο τέταρτο του 17ου αιώνα. Το 1960 ο συνοικισμός μετονομάστηκε σε Καταφύγιο επειδή στην Νότιο Δυτική άκρη λίγο πιο κάτω στο γκρεμό υπάρχουν σπηλιές που ονομάζονται "Καταφύγ(γ)ια" επειδή εκεί κατέφευγαν για να κρυφτούν οι κάτοικοι φοβούμενοι τους Πειρατές. Πηγή
www.lefktro.gov.gr
ΚΑΡΒΕΛΙ =ΚΟΥΤΣΑΒΑ ΚΑΡΒΕΛΙ. Το Καρβέλι ή παλιότερα Κουτσαβά Καρβέλι είναι ένα από τα χωριά του δυτικού Ταϋγέτου που μετά το Νόμο Καποδίστρια, έχει χαρακτηριστεί Δημοτικό διαμέρισμα της Καλαμάτας στον Νομό Μεσσηνίας. Παλαιότερα αποτελούσε αυτόνομη κοινότητα και ακόμα πιο παλιά χωριό του τέως Δήμου Αλαγονίας με το όνομα Κουτζαβά Καρβέλι. Σε απόσταση 1,5 χιλιόμετρο από το Καρβέλι με τις παραδοσιακές βρύσες, βρίσκεται το περίφημο Μοναστήρι της Σιδερόπορτας, το οποίο μαζί με τα άλλα μοναστήρια (Μαρδάκι, Μελέ και Βελανιδιά, αποτέλεσαν φωτεινούς φάρους της πορείας του ελληνισμού. Ανάμεσα στο Καρβέλι και στον Λαδά, σε μια τοποθεσία ιδιαίτερου φυσικού κάλλους, βρίσκεται ένα μεγάλο μονότοξο γεφύρι, που χρονολογείται στους προεπαναστατικούς χρόνους.
 ΚΑΤΩ ΚΑΡΒΕΛΙ =ΧΑΝΑΚΙΑ Το Κάτω Καρβέλι ή παλιότερα Χανάκια είναι ένα από τα χωριά του δυτικού Ταϋγέτου που μετά το Νόμο Καποδίστρια, ανήκει στο Δημοτικό διαμέρισμα του Καρβελίου στον Νομό Μεσσηνίας. Σήμερα ανήκει στο Δήμο Καλαμάτας. Βρίσκεται βόρει- ανατολικά της Καλαμάτας κρυμμένο πίσω από λόφο, όπως και τα χωριά Ελαιοχώρι και Κουταλά και πάνω από τον λόφο, όπου πρόσφατα έχουν κάνει εκκλησία του Προφήτη Ηλία και χώρο πανηγυριού, βλέπει ολόκληρο τον Μεσσηνιακό κόλπο και την Μεσσηνιακή Πεδιάδα. Ανατολικά εφάπτεται με τις άκρες του Ελαιοχωρίου και Νοτιο-Δυτικά μέχρι τον δρόμο Καλαμάτας - Σπάρτης και τον ποταμό Νέδοντα.Παλαιότερα αποτελούσε αυτόνομη κοινότητα και ακόμα πιο παλιά ανήκε στο Κουτσαβά Καρβέλι. Στο χωριό υπάρχει παλιά εκκλησία και παλιά αρχοντικά. Στο χωριό ανήκει και το ιστορικό εκκλησάκι Άγιος Σώστης που βρίσκεται στο τελευταίο σημείο της διαδρομής που φαίνεται η Καλαμάτα πριν μπούμε στα Διπόταμα και στον Ταΰγετο. 
Μονοπάτι στο Κεντρικό (Μπίλιοβα)
ΚΕΝΤΡΙΚΟΝ = ΜΠΙΛΙΟΒΑ Είναι χωριό της Μεσσηνιακής Μάνης πλησίον του Κάμπου Αβίας της Δυτικής Μάνης. Εκεί μπορεί κανείς να περπατήσει στο απολαυστικό μονοπάτι της Μπίλιοβας. μαζί με τους οικισμούς Βόρειο (ή Μπρίντα), Ανατολικό (ή Νερίντα) και η Χώρα, αποτελούσε κοινότητα και σήμερα αποτελεί Δημοτικό Διαμέρισμα του Δήμου Αβίας. Είναι σε οχυρή θέση που το 17ο αιώνα γνώρισε καταστροφές από τους Τούρκους. Έχει αξιόλογους ναούς, όπως του Αγίου Νικολάου (14ου αι.), Προφήτη Ηλία και Παναγίας Χελμού. Από εδώ είναι ο αγιογράφος Χαϊδεμένος που το 1752 τοιχογράφησε τον Άγιο Νικήτα στους Άνω Δολούς. Δίπλα από το Κέντρο παρατηρούμε το υπέροχο φαράγγι του Ριντόμου.
ΚΟΥΤΑΛΑ = ΚΑΟΥΤΑΛΑΣ. Ένα χωριό της Καλαμάτας σκαρφαλωμένο στις πλαγιές του Δυτικού Ταϋγέτου. Με την απογραφή του 2001 είχε 18 κατοίκους.                                             
Θέση. Βρίσκεται βόρεια σε σχέση με την Καλαμάτα, σκαρφαλωμένο στις πλαγιές που χαρακτηρίζοντα Δυτικός Ταΰγετος. Χτίστηκε στο βορεινό μέρος λόφου, ο οποίος προστάτευε το χωριό από την θέα προς το λιμάνι της Καλαμάτας για να μην φαίνεται από τους πειρατές, ενώ από την κορυφή του φαίνεται ο ολόκληρος ο Μεσσηνιακός κόλπος και η Μεσσηνική πεδιάδα. Με τον ίδιο τρόπο (πίσω από αντίστοιχο λόφο) είναι χτισμένα και άλλα χωριά της Καλαμάτας, όπως Κάτω Καρβέλι, Ελαιοχώρι κλπ. Βορειοανατολικά του βρίσκονται οι ορεινές αγροτικές περιοχές που ανήκουν στο δ.Δ της Αρτεμισίας με το όνομα Ρογκοζωνίτσα και Βόλιμνος. Ανατολικά φθένει με την περιοχή της Βελανιδιάς, νότια με την περιοχή του Προφήτη Ηλία και δυτικά με το Ασπρόχωμα και την Θουρία.
Ιστορία. Η ιστορία του συνδέεται με την ιστορία των χωριών της Αλαγονίας και ιδιαίτερα της Αρτεμισίας και της Βελανιδιάς, με τις οποίες είχε ιδιαίτερη επαφή, αφού η οπτική του επαφή με την Καλαμάτα και το Κάστρο, είναι καταπληκτική.
Διαδρομή. Η διαδρομή από την Καλαμάτα σήμερα γίνεται με ασφαλτοστρωμένο δρόμο, ο οποίος περανά από την περιοχή του Προφήτη Ηλία και φθάνουμε στο χωριό, ενώ θαυμάζουμε προς την Καλαμάτα, τον κάμπο και την θάλλασα με αεροπορική θέα.
Πηγή : www.hellenica.de
ΛΑΔΑ = ΚΟΥΤΣΑΒΑ ΛΑΔΑ. Το Λαδά ή παλιότερα Κουτσαβά Λαδά είναι ένα από τα χωριά του δυτικού Ταϋγέτου που μετά το Νόμο Καποδίστρια, έχει χαρακτηριστεί Δημοτικό διαμέρισμα της Καλαμάτας στον Νομό Μεσσηνίας. Βρίσκεται στους βοριοδυτικούς πρόποδες του Ταϋγέτου σε υψόμετρο 680 μέτρα πάνω από το επίπεδο της θάλασσας, 4 χιλιόμετρα μετά και απέναντι από το Καρβέλι στην πλαγιά του Λυκούριου ή Βουνού του Αγιώργη, πάνω στο οποίο βρίσκεται και ο Κουτσαβίτικος Αγιάννης. Πίσω ακριβώς από του Λαδά βρίσκεται η Αρτεμισία πρώην Τσερνίτσα και παλιότερα Δενθαλιάτιδα και πέραν αυτής οι Πηγές, η Αλαγονία και η Νέδουσα. Ανατολικά φθάνει μέχρι την κορυφή του Ταϋγέτου και Δυτικά μέχρι το ποτάμι της Καλαμάτας τον Νέδοντα.                                                                                                        Παλαιότερα αποτελούσε αυτόνομη κοινότητα και ακόμα πιο παλιά χωριό του τέως Δήμου Αλαγονίας με το όνομα Κουτζαβά Λαδά. Καθώς λέγεται, το όνομάτου το πήρε από το Σπαρτιάτη Ολυμπιονίκη Λάδα, ο οποίος κατά την επιστροφή του από την Ολυμπία πέθανε στον δρόμο προς την Σπάρτη και ετάφη εκεί. Τον τάφο του τον βρήκε ο Παυσανίας και τον αναφέρει στις περιηγήσεις του.
ΛΕΦΤΙΝΙ = ΠΑΛΑΙΟ. Οικισμός της πρώην κοινότητας Τσέρια του σημερινού Δήμου Δυτικής Μάνης. Το υψόμετρο  του οικισμού είναι 650 μέτρα
Σύμφωνα με τον Γάλλο μεσαιωνοδίφη Bucon, το 16ο αιώνα το Lentini (Λεπτίνιον-Λεπτίνι) ήταν ένα από τα 8 χωριά της Καπετανίας Ανδρούβιστας (σημερινό Ξωχώρι). Στις αρχές του 17ου αιώνα το Λεφτίνι είχε 40 οικογένειες. Το παλαιό Λεφτίνι ήταν κτισμένο περί τα 1000 μέτρα βορειότερα του σημερινού. Σήμερα υπάρχουν μερικά ερείπια που μαρτυρούν την ύπαρξη σπιτιών στην τοποθεσία Κάτω Χώρα. Στην τοποθεσία Αϊ Βασίλης υπάρχουν δύο λιθάρια πρωτόγονου ελαιοτριβείου διαμέτρου 0,95μ. και πάχους 0,25 μια τοποθεσία ονομάζεται "Καμίνια" γιατί εκεί φαίνεται ότι υπήρχαν Καμίνια για το ψήσιμο των κεραμιδιών. Σήμερα βρίσκονται μερικά στις σκεπές παλαιών σπιτιών. Το Λεφτίνι σαν χωριό εγκαταλείφθηκε σε άγνωστη εποχή από τους κατοίκους του εξ' αιτίας καταστροφής των σπιτιών από εχθρικές επιδρομές είτε από ασθένειες επειδή η περιοχή εμαστίζετο από ελονοσία διότι υπήρχαν έλη. Λίγοι κάτοικοι έκτισαν νοτιότερα 1.000 μέτρα το σημερινό συνοικισμό. Μόνιμοι κάτοικοι σήμερα είναι 5 άτομα. Πηγή :
www.lefktro.gov.gr
ΜΑΧΑΛΑΣ. Οικισμός του Δ.δ. Αλαγονίας του Δήμου Καλαμάτας που βρίσκεται στα χωριά του Ταϋγέτου. Ο οικισμός αυτός με την απογραφή του 2001 είχε 71 κατοίκους.
ΜΕΝΙΝΑ. Είναι ημιορινός οικισμός της Καλαμάτας σε υψόμετρο 316 μ. με θέα το Μεσσηνιακό κόλπο. Στην απογραφή του 2001 είχε 18 κατοίκους.
MHΛΙΑ. Μέσα σε ένα καταπράσινο φυσικό περιβάλλον, η Μηλιά, με τις κρυσταλλοστάλαχτες ρεματιές της, το αρμονικό δέσιμο της θαμνόφυτης βλάστησης, με το ασημόχρωμο του λιόφυλλου και το αυτοφυές υψίκορμο σφεντάμι -μόνου αειθαλούς ελληνικού είδους- αποτελεί νότα υψηλού επιπέδου, αισθητικής ικανοποίησης για τον επισκέπτη. Τη ζωγραφιά της συμπληρώνουν τα αναπαλαιωμένα κεραμοσκέπαστα παραδοσιακά σπίτια με ξέχωρο διάκοσμο, τις επιβλητικές εκκλησιές της και το μεγαλόπρεπο καμπαναριό της -μοναδικό στην περιφέρεια- που φαντάζει να ανηφορίζει στα αρχέγονα βράχια του Πενταδάκτυλου Ταλετού, σε έφεση προσέγγισης με το Θείο.
Η Μηλέα, γνωστή μας ως Μηλιά, πριν από την εφαρμογή του σχεδίου «Καποδίστριας» (Ν. 2539/4/12/97) ήταν έδρα ομώνυμης Κοινότητας (Β.Δ. 31-8-1912 και διορθωτικό Β.Δ. 20-9-1913). Σήμερα η Μηλιά είναι ένα από τα 19 Δημοτικά Διαμερίσματα του τέως Δήμου Λεύκτρου και νυν Δήμου Δυτικής Μάνης,- Επαρχίας Καλαμάτας Ν. Μεσσηνίας, με έδρα την Καρδαμύλη.                                                                                                                                             Βρίσκεται στη δυτική πλευρά της οροσειράς του Ταϋγέτου, σε υψόμετρο 550 μ. και μεταξύ προβούνων, στην κορυφή των οποίων και ακριβώς πάνω από το χωριό, είναι κτισμένη σε ένα μικρό οροπέδιο, σε υψόμετρο 1000 μ. η Μονή της «Παναγίας της Γιάτρισσας». Το πότε ακριβώς χτίστηκε μας είναι άγνωστο. Κατά την παράδοση, στην τοποθεσία αυτή υπήρχε στους αρχαίους χρόνους ναός της θεάς Αθηνάς διακονούμενος από πολλούς ιερείς. Ένας από αυτούς, ο Βρασίδας, το 382 μ.Χ. επισκέφθηκε την εκχριστιανισθείσα, εν τω μεταξύ, Πάτρα όπου κατηχήθηκε στον Χριστιανισμό και μετονομάστηκε Βιτάλιος. Όταν επέστρεψε, μύησε και τους άλλους ιερείς στον χριστιανισμό και από κοινού, κήρυξαν στα γύρω χωριά την Χριστιανική θρησκεία, αφιέρωσαν δε τον ναό στη Γένεση της Παναγίας, που γιορτάζεται στις 8 του Σεπτέμβρη. Η Μηλιά αποτελούσε το μέσον μιας εκ των διαδρομών της Αρχαίας Σπάρτης προς τα Μεσσηνιακά παράλια και ήταν βασικός σταθμός ανάπαυλας της διήμερης πορείας που ακολουθούσαν οι ταξιδιώτες. Η Μηλιά μέχρι το 1937, ως Κοινότητα του τέως Δήμου Λεύκτρου, ανήκε στο Νομό Λακωνίας. Έκτοτε οι τρεις τέως Δήμοι Λεύκτρου, Καρδαμύλης και Αβίας μεταφέρθηκαν, διοικητικώς, στο Ν. Μεσσηνίας (Α.Ν. 1026/24-12-1937). Εκκλησιαστικώς όμως εξακολουθεί (όπως και οι παραπάνω Δήμοι) να υπάγεται στην Ιερά Μητρόπολη Γυθείου και Οιτύλου. Η Μηλιά γεωγραφικά αποτελεί περιοχή της Έξω Μάνης η οποία αρχίζει από το Οίτυλο και φθάνει μέχρι τη Βέργα του Αλμυρού (2 χλμ. πριν από την Καλαμάτα). Τον διαχωριστικό αυτόν καθορισμό αναφέρει ο ποιητής Νικήτας Νηφάκης στην έμμετρη ιστορία του για τη Μάνη:                                                                                                                               "Το μέρος τ’ ανατολικό λέγεται Κάτω Μάνη
τα άλλα δύο τα δυτικά Έξω και Μέσα Μάνη"          

Η Νέδουσα στις πλαγιές του Ταϋγέτου
 ΝΕΔΟΥΣΑ = ΜΕΓΑΛΗ ΑΝΑΣΤΑΣΟΒΑ Η Νέδουσα είναι ένα χωριό στον Ταϋγετο, πνιγμένο στο πράσινο, σε απόσταση 19 χιλιομέτρων από την Καλαμάτα. Ανήκει στο Δήμο Καλαμάτας και στην εποχή των Καποδιστριακών Δήμων και τώρα στον τωρινή εποχή του Καλλικρατικού Δήμου Καλαμάτας. Στη Νέδουσα γεννήθηκε ο ήρωας του 1821 Νικήτας Σταματόπουλος, γνωστός ως Νικηταράς. Τρία χιλιόμετρα από το χωριό βρίσκεται η ιστορική Μονή Μαρδακίου που χτίστηκε το 1504.
Κάθε χρόνο την Καθαρή Δευτέρα, γίνεται το Καρναβάλι. Πρόκειται για ένα αυθεντικό αγροτικό δρώμενο παρεμφερές με αυτά που τελούνται κάθε χρόνο την ίδια περίοδο στη Βόρεια Ελλάδα. Το αγροτικό καρναβάλι της Νέδουσας είναι ένα είδος "λαϊκού θεάτρου" και αποτελείται από μια σειρά πράξεων, τις οποίες "πράττει" ένας όμιλος μεταμφιεσμένων, και έχει πρωταρχικό σκοπό την εξασφάλιση της ευετηρίας (καλοχρονιάς) και της γονιμότητας 
ΠΕΡΙΒΟΛΑΚΙΑ. Μικρό χωριό της πρωην κοινότητας ελαιοχωρίου του σημερινού Δήμου Καλαμάτας στις πλαγιές του Ταϋγέτου, όπου ζουν 205 κάτοικοι. Είναι ένα χωριό στο οποίο οι κάτοικοι ασχολούνται με αγροτικές εργασίες.
ΠΗΓΑΔΙΑ ΤΑΫΓΕΤΟΥ. Ένα όμορφο χωριό του Ταϋγέτου όπου σήμερα είναι ακατοίκητο
Πηγάδια Ταϋγέτου
ΠΗΓΕΣ ΤΑΫΓΕΤΟΥ = ΜΙΚΡΗ ΑΝΑΣΤΑΣΟΒΑ. Είναι ένα ορεινό χωριό του Δυτικού Ταϋγέτου, το οποίο ανήκει στο Δήμο Καλαμάτας.
ΠΡΟΦΗΤΗΣ ΗΛΙΑΣ ΚΑΛΑΜΑΤΑ.  Ο Προφήτης Ηλίας Καλαμάτας, αποτελεί χωριό – συνοικία με την εκκλησία του προφήτη Ηλία, και ανήκει στο δ.δ. της Καλαμάτας.                  
ΑπογραφήΣτην απογραφή του 2001 εμφανίζεται με 62 κατοίκους. Είναι μια περιοχή που αναπτύσσεται μετά τους σεισμούς της Καλαμάτας του 1986.
Γεωγραφική θέσηΗμιορεινή περιοχή βόρεια της Καλαμάτας. Από εκεί φαίνεται ολόκληρη η Καλαμάτα και ο Μεσσηνιακός Κόλπος. Ανεβαίνοντας στην πλαγιά βορειότερα από την περιοχή Προφήτης Ηλίας πηγαίνουμε στο ορεινό χωριό Κουταλά. Και αυτή η περιοχή θα μπορούσε να χαρακτηριστεί Δυτικός Ταΰγετος. Προς τα Δυτικά βρίσκεται το Ασπρόχωμα και προς τα Ανατολικά τα Λέικα και το μοναστήρι της Βελανιδιάς.
Ιστορία Η περιοχή είναι πολύ γνωστή από το άσυλο ανιάτων, σανατόρειο ή "τρελάδικο", όπως το λέγανε οι Καλαματιανοί. Αποτελεί σταθμό της διαδρομής για το χωριό Κουταλά και για τα βουνά της Ρογκοζωνίτσας που ανήκουν στην Αρτεμισία.                                                                                                                Πηγή : www.hellenica.de    
ΡΙΖΑΝΑ. Είναι ένας οικισμός του Τ.δ. Πηγαδίων σκαρφαλωμένο στις πλαγιές του Ταϋγέτου κοντά στο χωριό Πηγάδια. Οι κάτοικοι είναι περι τους 65 με την απογραφή του 2001. Σήμερα υπάγεται στον Καλλικρατικό Δήμο Καλαμάτας.                                     
ΣΚΟΥΡΟΛΑΚΟΣ. Ο Σκουρόλακος ήταν ένας οικισμός των Πηγών Ταϋγέτου, που ανήκει στο Δήμο Καλαμάτας, και ο οποίος όμως εδώ και αρκετά χρόνια δεν κατοικείτε πλέον.           
ΤΣΕΡΙΑ ΜΑΝΗΣ. Βρίσκονται στο μεγαλύτερο υψόμετρο (600- 750 μ.) από τα κατοικήσιμα χωριά της Μάνης και αποτελούνται από 6 οικισμούς ,τα Τσέρια, τα Γιατρέϊκα, τον Ζαχαριά, το Καταφύγγιο, το Πεδινό και το Λεπτίνι. Στο σύνολό τους κατοικού 190 άτομα μόνομα. Επικρατέστερη εκδοχή για την ονομασία είναι ότι προέρχεται από τα τσεράτσια ,δηλαδή τα ξυλοκέρατα, που αφθονούν εκεί. Ηταν κέντρο φημισμένων πετρομαστόρων γι αυτό και τα σπίτια εδώ είναι αληθινά μνημεία. Εντυπωσιακή είναι η κυκλική διάταξη των οικισμών για να ελέγχεται η πρόσβαση στην περιοχή και για να είναι εύκολη η διαφυγή σε περίπτωση επίθεσης. Μεγάλη ήταν η συμβολή των Τσεριωτών στον αγώνα για την απελευθέρωση από τους Τούρκους. Μελανό σημείο του χωριού αυτού, ήταν η δολοφονία του κορυφαίου κλεφταρματωλού Ζαχαρία Μπαρμπιτσιώτη στον Πύργο του κουμπάρου του Κουγέα. Σήμερα διασώζεται ο Πύργος και έξω βρίσκεται η προτομή του ήρωα. Η λέξη Τσέρια είναι Σλάβικη και σημαίνει «συνοικισμοί»
ΤΣΕΡΙΑ ΑΝΩ. υψόμετρο 700-750 μέτρα
Είναι ο μεγαλύτερος συνοικισμός με 52 μόνιμους κατοίκους σήμερα. Στο σπίτι του Ευστρατίου Ευαγ. Τζαννετέα αναγράφεται η χρονολογία κτισίματος του 1826.